Τετάρτη 15 Δεκεμβρίου 2010

Στις θάλασσες του νότου

Στις θάλασσες του νότου,
ταξίδια στη ζωή,
φορτώθηκες στους ώμους την αλμύρα,
δεσμώτης μιας ελπίδας σ' αδιάκοπη ροή,
φτωχός λαθρεπιβάτης χωρίς μοίρα.

Στου κόσμου τα λιμάνια,
αράζεις και πονάς,
σε στάσιμες αγάπες και βουλιάζεις,
σε σκουριασμένες μνήμες δεν θες να προσκυνάς,
το γέλιο σου απλόχερα μοιράζεις.

Στα κύματα σκορπίζεις,
του κόσμου το κακό,
επάνω σε δελφίνι καβαλάρης,
απόκληρος ιππότης, ζητάς το γιατρικό,
τη θλίψη όλου του κόσμου για να πάρεις.

Στις θάλασσες του νότου,
κρατάς μια φυλακή,
κλεισμένος σε κελί του Ποσειδώνα,
οι μουσικές του κόσμου, σου ψέλνουν προσευχή
πατρίδα ν' αντικρύσεις το χειμώνα.

Στις θάλασσες του κόσμου,
φλερτάρεις με τη γη,
γυρίζοντας όλη την οικουμένη,
σε ένα ερημονήσι η νύχτα σ' οδηγεί,
μ' αλλού ο θησαυρός σε περιμένει.

Στα ξένα στα λιμάνια,
γυρίζεις τώρα εσύ,
στολίδια του βυθού τα όνειρά σου,
γεννήθηκες ποτάμι, μα έγινες νησί,
κι η θάλασσα ποτίζει τη χαρά σου.

Στις θάλασσες του νότου,
για πάντα θα μεθάς,
με ρούμι, με τσιγάρα, με αναμνήσεις,
θυμάσαι κάπου κάπου, δυο μάτια λαχταράς,
και θέλεις ώρες ώρες να γυρίσεις.

Παρασκευή 22 Οκτωβρίου 2010

Μες το τραγούδι του φονιά

Μες το τραγούδι του φονιά,
της στοιχειωμένης σφαίρας,
ακούστηκε ένας σπαραγμός
και ρίζωσε στο χώρο,

σε κάποια απόμερη γωνιά
καταραμένης μέρας,
γραμμένος είναι ένας καημός
με μαύρο μαρκαδόρο.

Μες το τραγούδι του νεκρού,
του πένθιμου χειμώνα,
ξυπνάει αντίγραφο φιλί
σε ιδρωμένα χείλη,

μέσα στα χρόνια του μικρού,
του πρόσφατου αιώνα,
ξεθωριασμένη απειλή,
ανάβει το φυτίλι.

Μες το τραγούδι του φονιά,
μ' ορχήστρα του θανάτου,
σε ματωμένη φυλακή,
σ' ένα σβησμένο φάρο,

όλου του κόσμου η απονιά
ποτίζει τη σκιά του,
μα, πάντα ο πόνος θα 'ναι εκεί
απ΄τον κρυμμένο χάρο.

Μες το τραγούδι του νεκρού,
μια ξεχασμένη νότα
μια δόλια, πέτρινη καρδιά,
γυρεύει να γλυκάνει,

ξυπνάει το κλάμα ενός μωρού,
ανάβει όλα τα φώτα
κι αγιάζει όλα τα χαρτιά
με σινική μελάνη.

Μες το τραγούδι του φονιά,
σε δακρυσμένο χώμα,
ένα λουλούδι έχει φανεί
και μια μικρή συγνώμη,

και στου νεκρού τη γειτονιά,
σε κλειδωμένο στόμα,
έχει ανθίσει μια φωνή
και μια αλλαγμένη γνώμη.

Μες το τραγούδι του φονιά,
θα κρύβεται μια θλίψη,
μες το τραγούδι του νεκρού,
ένα ''γιατί'' θα μένει,

μα αυτό που κρύβει η ερημιά,
αυτό που έχει λείψει,
λέξη στα χείλη ενός μικρού,
μια νύχτα μεθυσμένη.

Τρίτη 19 Οκτωβρίου 2010

Περιπλανήσεις

Περιπλανήσεις μες της νύχτας τα συμβάντα,
σκληρό σκοτάδι που τη σκόνη του αναπνέω,
με την αλήθεια της ψυχής μου για αβάντα,
στο παραπέντε μου, προτού να καταρρέω.

Περιπλανήσεις μες την άβυσσο του χρόνου,
πίσω από λέξεις, από φώτα και εικόνες,
λίγα απομένουν αποθέματα οξυγόνου,
για να αντέξω τους επόμενους χειμώνες.

Περιπλανήσεις σε πανάκριβα τραγούδια
που καθρεπτίζουν τις ψυχές πριν αποδράσουν,
οι καληνύχτες ανταμώνουν τα λουλούδια,
λίγο πριν φύγουν και στ' ανύπαρκτο περάσουν.

Περιπλανήσεις στις σιωπές και στις αντάρες,
σε μαύρους ήχους που τις μνήμες μου χαράζουν,
μέσα στα χάδια, στις βρισιές και στις κατάρες,
πότε ζωή και πότε θάνατο μοιράζουν.

Περιπλανήσεις σε μια γνώριμη πατρίδα,
που κάθε ώρα, κάθε μέρα αργοπεθαίνει,
όλο βουλιάζει σε μια ατέλειωτη παγίδα,
δίχως αντίσταση, χωρίς να επιμένει.

Περιπλανήσεις μες της νύχτας την ελπίδα,
σκληρό σκοτάδι που στις φλέβες μου τρυπώνει,
με την αλήθεια της ψυχής μου για ασπίδα,
ψυχρός αέρας με σκορπά και με λυτρώνει.

Δευτέρα 18 Οκτωβρίου 2010

Η φυγή

Τα μάτια μου σκεπάσανε το χώμα,
με κύκλωσε η μέρα σαν σκιά,
αθάνατη κι αρχέγονη γριά,
με κράτησε κοντά της λίγο ακόμα.

Σ' αντάλλαγμα προσφέρει την αυγή,
που φέγγει του κορμιού της την ασχήμια,
μου έστειλε για φύλακες αγρίμια,
όμως εγώ διαλέγω τη φυγή.

Σ' αντάλλαγμα μου πρόσφερε βροχή,
τη σκόνη της ψυχής μου να ξεπλύνει,
μα τίποτα δεν έχει απομείνει,
το τέλος, ίσως, φέρει νέα αρχή.

Σ' αντάλλαγμα προσφέρει το λευκό,
το χιόνι που παγώνει και χλωμιάζει,
μα τίποτ' άλλο πια δεν με τρομάζει,
θα φύγω σε ταξίδι μαγικό.

Σ' αντάλλαγμα μου πρόσφερε φωτιά,
ζωγράφησε στο στόμα μου το γέλιο,
το πίστεψα σαν βάση, σαν θεμέλιο,
μα το 'χασα μια μέρα στα χαρτιά.

Σ' αντάλλαγμα, την ύστατη στιγμή,
η μέρα μου προσφέρει μια ελπίδα,
στο τέλος, μήπως σώσω την παρτίδα,
ανοίγοντας στο χρόνο μια ρωγμή...

Το χώμα, τώρα, σκέπασε τα μάτια,
τα στόματα σφιγμένα, σιωπηλά,
η μέρα τώρα πια δεν μου μιλά,
κλεισμένη μες του ήλιου τα παλάτια.

Δευτέρα 27 Σεπτεμβρίου 2010

Σ' αναζητώ

Σ' αναζητώ μέσα στη θλίψη της ματιάς μου,
πάνω στη μαύρη ζωγραφιά του αετού μου,
μέσα στα φύλλα της στενάχωρης καρδιάς μου,
μέσα στη ζέστη ενός ακόμα πυρετού μου.

Σ' αναζητώ μέσα στο φύσημα τ' ανέμου,
μέσα στη διάφανη βροχή που με σκεπάζει,
μέσα στο αίμα και στη φρίκη ενός πολέμου,
σ' όνειρο-εφιάλτη που στον ύπνο με τρομάζει.

Σ' αναζητώ μέσα στα λάθη που με πνίγουν,
μέσα στις άγνωστες στιγμές του μέλλοντός μου,
μέσα στις τόσες μουσικές που με τυλίγουν,
μέσα σε όλα όσα κρύβονται εντός μου.

Σ' αναζητώ μες το κρασί της ευτυχίας,
μέσα στο ρούμι του νησιού των θησαυρών σου,
μες τα παιχνίδια κοριτσιών της επαρχίας,
μες τις εκρήξεις των απόμακρων θυμών σου.

Σ' αναζητώ μέσα στα απόκρυφα ταξίδια,
μες την πανάκριβη την τρέλα του μυαλού μου,
μέσα στης μνήμης μου τ' ατέλειωτα βαρίδια,
που με κρατούν σιδεροδέσμιο του εαυτού μου.

Σ' αναζητώ μες τους καπνούς των ηφαιστείων,
μέσα στα βάθη του μυαλού των ποιητών μου,
μες τις ατάκες των κακόγουστων αστείων,
μέσα στα δώρα των νικών και των ηττών μου.

Σ' αναζητώ μες τη σιωπή, μα δεν σε βρίσκω,
ίσως, αλήθεια, πάνω μου σε κουβαλάω,
τί κι αν βασίζω τη ζωή μου σ' ένα ρίσκο,
εγώ απόψε με το θάνατο μιλάω.

Σ' αναζητώ στην κατρακύλα του καιρού μου,
όμως, αλήθεια, στην ψυχή σε κουβαλάω,
πάνω στο γύρισμα ζειμπέκικου χορού μου,
εγώ απόψε με το θάνατο μιλάω.

Παρασκευή 24 Σεπτεμβρίου 2010

Θλιμμένη Ολλανδέζα

Του ήλιου εικόνα σε κατάλευκο τοπίο,
οσμή του Μάη μες του Ρότερνταμ τις νύχτες,
κορίτσι μόνο σ' ένα ελεύθερο πεδίο,
εγκλωβισμένη σ' ηδονές και σε ξενύχτες.

Βγαλμένη απ' όνειρο, τους δείκτες θρυμματίζεις,
όλοι οι καθρέπτες κουβαλούν την ομορφιά σου,
μα πάντα μόνη σου, την τύχη σου θα βρίζεις,
μες τα κρεβάτια που δικάζουν την καρδιά σου.

Τώρα κι εγώ που έχω πέσει αιχμάλωτός σου,
έχω μεθύσει απ' του κορμιού σου τις τουλίπες,
σ' ευχαριστώ που με κερνάς τον εαυτό σου
και σ' αγαπώ γιατί μου ξόρκισες τις λύπες.

Του ήλιου εικόνα, είσαι ανάσα που δροσίζεις,
ένας αέρας βορινός που κλέβει ώρες,
ζεις στο χειμώνα μα σαν άνοιξη μυρίζεις,
είσαι λιακάδα μα εγκλωβίζεσαι στις μπόρες.

Μικρή πανσέληνος στα απέραντα σκοτάδια,
στα μπαρ του κόσμου αναλώνεις το κορμί σου,
μετράς τα χρόνια σου στου έρωτα τα βράδυα,
πρόσεξε μόνο να μη χάσεις την ψυχή σου.

Κι εγώ που τώρα έχω πέσει αιχμάλωτός σου,
ερωτευμένος με πεντάμορφη τροτέζα,
σ' ευχαριστώ που με κερνάς τον εαυτό σου
και σ' αγαπώ ξανθή, θλιμμένη μου Ολλανδέζα.

Κι εγώ που τώρα έχω πέσει αιχμάλωτός σου,
ξανθό μου φως μέσα στα απέραντα σκοτάδια,
σου λέω μόνο, πρόσεχε τον εαυτό σου,
και σ' αγαπώ κι ας με πουλάς τώρα τα βράδυα.

Πέμπτη 23 Σεπτεμβρίου 2010

Ανεμώνα

Ερωτευμένος μ' ένα ρόδο του Γενάρη,
κάτασπρη κόρη ενός βορινού λιμένα,
είχε στα μάτια ένα κόκκινο φεγγάρι,
είχε στο χέρι δερματόστικτο εμένα.

Ήμουν κλεισμένος σ' αγκαλιά που 'χει μικρύνει,
σ' ορμή του λίβα που στο διάβα μ' έχει κάψει,
γραμμένη λέξη σ' ένα τζάμι που θα μείνει,
για μια αγάπη που στο αίμα έχει αράξει.

Χλωμό μου βλέμμα μου 'χεις πάρει την ψυχή μου,
πάνω στο Βόρειο παγωμένο ωκεανό σου,
τώρα στους ώμους κουβαλώ την εποχή μου
κι εσύ τη φλόγα που ακουμπά τον ουρανό σου.

Ήμουν δωσμένος σε κατάλευκο χειμώνα,
με λέξεις χάρτινες ακόμα σου μιλάω,
τώρα στο χέρι έχεις ''χτυπήσει'' ανεμώνα,
μα εγώ για πάντα στην καρδιά σε κουβαλάω.

Γενέθλια νύχτα

Άλλη μια μέρα θα περάσει σαν τις άλλες,
ώρες συνόλου, όλες ίδιες, όπως πάντα,
αξίζει μόνο η αφορμή για τις κραιπάλες,
γενέθλια μέρα, περπατώ χρονιές σαράντα.

Άλλη μια μέρα θα περάσει σαν τα τρένα,
να μου θυμίζει ''η ζωή είναι ταξίδι''
άπειρες ώρες, όλες μοιάζουν σαν εμένα,
μικρές μου μνήμες σε ατέλειωτο παιχνιδι.

Άλλη μια μέρα θα περάσει σαν τα λόγια,
παλιές κουβέντες που σιωπούν, έχουν πεθάνει,
λέξεις που κρύφτηκαν στης μνήμης τα υπόγεια,
μα έχουν δύναμη αρκετή να με ξεκάνει.

''Κάνει μια ψύχρα που τρυπάει, μ' αρρωσταίνει''
ακούω απόψε απ' το στόμα του Βασίλη
ένα ταξίδι στη Βικτώρια με πηγαίνει,
μα πάνε χρόνια που έχω κάψει τη Βαστίλη.

Και για αυτά όλα που για μένα έχουν γίνει,
δεν έχω φόβο τώρα πια και δεν με νοιάζει,
έχω ποτίσει τη ζωή μου σε καμίνι
και δεν μπορεί ποτέ κανένας να μ' αλλάζει.

Άλλη μια μέρα θα περάσει σαν τις άλλες
σαν μια ανάσα, σαν βροχή και σαν λιοπύρι,
σαν τα κεφάλια που προσμένουν τις κρεμάλες,
σαν τα σπαθιά που θα προσφέρουν χαρακίρι.

Άλλη μια μέρα θα περάσει σαν τις άλλες,
άλλη μια νύχτα σαν στενάχωρη μπαλάντα,
αξίζει μόνο η αφορμή για τις κραιπάλες,
γενέθλια νύχτα, περπατώ χρονιές σαράντα.

Νύχτα ξυραφένια

Τα σύννεφα σκεπάζουν την αλήθεια,
πεθαίνεις κι ανασταίνεσαι ξανά,
γουστάρεις να ποντάρεις για βοήθεια
σε νύχτα ξυραφένια που πονά.

Τα κόκκινα ταξίδια ως την άκρη,
σε ρίχνουν σ' ένα ακόμα πυρετό,
θα ρίσκαρες τα πάντα για το δάκρυ
χρυσάφι απ' τα μάτια σου καυτό.

Στις διάφανες πορείες του μυαλού σου,
καθρέπτες από δέρμα αερικό,
να βλέπεις τις αιτίες του χαμού σου,
στιγμές από πανάκριβο υλικό.

Τα σύννεφα σου κρύβουν απ' το βλέμμα
της πιο απλής αλήθειας συνταγή,
σκορπίζεις τη ζωή σου σ' ένα ψέμα,
δεν σε χωράει τώρα όλη η γη.

Το φως από μακρυά σε περιμένει,
τρεμάμενο, μοιραίο και θαμπό,
η πιο ζεστή αλήθεια βουτηγμένη
στο αίμα της καρδιάς σου το νωπό.

Παρτίδα που δεν τέλειωσε ακόμα,
ημέρα που δεν έδυσε κι αυτή,
και το φιλί δεν στέγνωσε στο στόμα,
ακόμα ψάχνεις να 'βρεις το γιατί.

Τα σύννεφα σκεπάζουν την αλήθεια
ποτέ όμως δεν σε 'νοιαξε γι' αυτή,
γουστάρεις να ποντάρεις για βοήθεια
σε νύχτα ξυραφένια, δυνατή.

Ζωή από μετάξι κι αμνησία,
σημάδι μιας γλυκιάς καταστροφής
στρωμένο περιβάλλον για θυσία
στο δρόμο της δικής σου επιστροφής.

Σάββατο 18 Σεπτεμβρίου 2010

Για τη ζωή

Η ζωή είναι ένας στίχος,
είμαστε όλοι ποιητές,
άλλοι είναι της ημέρας
κι άλλοι νύχτας τιμητές.

Η ζωή είναι μια φράση
που τη γράφουμε εμείς,
άλλοτε με σκόρπια λόγια
ή με λόγια της στιγμής.

Η ζωή είναι τραγούδι
και εμείς ερμηνευτές,
τραγουδάμε να ξεχνάμε
ή θυμόμαστε το χτες.

Η ζωή είναι καράβι
και εμείς ταξιδευτές,
άλλοι μέσα στα ναυάγια
κι άλλοι μέσα στις γιορτές.

Η ζωή είν' ένας ήλιος
και πλανήτες όλοι εμείς,
Άρης, Γη και Αφροδίτη,
Δίας, Κρόνος και Ερμής.

Η ζωή είναι παιχνίδι
κι είμαστε όλοι παιδιά,
άλλοι παίζουν με το νου τους
κι άλλοι παίζουν με καρδιά.

Η ζωή είν' αφετηρία,
είναι και τερματισμός,
η χαρά γίνεται γέλιο
και η λύπη είναι λυγμός.

Η ζωή είναι μια λέξη
που την λέμε από μικροί,
μια αγάπη κι ένα μίσος,
μια γλυκιά και μια πικρή.

Η ζωή είν' ένας στίχος
που μιλάει για μια γη,
για μια θάλασσα που φεύγει,
μετά πέφτει μια σιγή...

Παρασκευή 10 Σεπτεμβρίου 2010

Παγίδα

Μ' ένα τραγούδι αγκαλιά
και μια φωνή που τρέμει,
στριφογυρνάς σαν άνεμος,
μνήμη που ζεματάει,

σε τοίχο χάνεται η μιλιά
σ' ανήλιαγο χαρέμι,
μα τ' όνειρο σου ξαναζεί,
βγάζει φτερά πετάει.

Μ' ένα τραγούδι αγκαλιά,
δάκρυ που δεν στεγνώνει,
μέσα στο μισοσκόταδο
κανείς δεν σε γνωρίζει,

σε μια καινούργια σιγαλιά
το όνειρο σου απλώνει,
μα το ποτάμι πάει μπρος
και πίσω δεν γυρίζει.

Μ' ένα τραγούδι αγκαλιά,
με λόγια που πονάνε,
για λίγες ώρες καθαρές
κερδίζεις φαντασία,

ασπρίσαν λίγο τα μαλλιά,
στιγμές που σε μεθάνε,
αυτές σε καταδίκασαν
σε ακόμα μια θυσία.

Μ' ένα τραγούδι αγκαλιά
και μια φωνή πνιγμένη,
αυτό το κάτι σε κρατά,
σε φέρνει πάλι πίσω,

αυτό που σού 'λεγαν παλιά
για μια ζωή κλεμμένη,
παγίδα για το θάνατο,
μα εσύ τους λες ''θα ζήσω''.

Παρασκευή 27 Αυγούστου 2010

Λιμάνι

Δωσμένη η νύχτα σε μια τρέλα του Σαββάτου,
ξενύχτης χρόνος ξεγελιέται με μια λέξη,
πλεγμένη αγάπη αφημένη να διαλέξει
φωνή τ' ανέμου να σφυρίξει του θανάτου.

Στημένες ώρες σε αγκαλιά του πρωινού σου,
ο μόνος φίλος σου το φως απ' το σκοτάδι,
μαζεύεις νύχτες να ξανάβρεις το σημάδι
που θα σε φέρει ως τα χείλη του γκρεμού σου.

Σκορπάς τα λόγια σου στης νιότης σου τον ήχο,
σ' ένα τραγούδι για μια ψεύτικη ιστορία,
δεν νοιώθεις λες, παρά μονάχα αδιαφορία,
μα όλο το αίμα σου κυλά μέσα στον στίχο.

Δωσμένη η νύχτα σε μια τρέλα του Σαββάτου,
σύγχρονη Μήδεια σε γεννά, μετά σε σφάζει
μα ό, τι για πάντα αγαπάς, δεν σε τρομάζει
ένα παιδί μές την απόλυτη χαρά του.

Στημένες ώρες σ' ένα όνειρο που κλαίει,
έχει γεράσει μα δεν ξέρει που να πάει,
είναι το μόνο αυτό που ξέρει, να αγαπάει
έτσι κι εκείνο σαν εσένα, καταρρέει.

Κοιμάται η πόλη μες τα χέρια του θεού της,
θλιμμένη πόρνη με δυο χάπια ναρκωμένη,
άδεια πατρίδα άρρωστη κι εξαρτημένη
κι εσύ ένας άγρυπνος αλήτης του καιρού της.

Κοιμάται η πόλη μες τα χέρια του θεού της,
η μόνη αλήθεια, το μικρό της το λιμάνι,
κερνάς τα μάτια σου σ' αυτό που θα σε γειάνει
από το νέφος κάποιου βρώμικου ουρανού της.

Κυριακή 8 Αυγούστου 2010

Σε άσπρο-μαύρο

Σε μαύρο πλοίο, λευκή σημαία,
κρύο ταξίδι ζεστής ψυχής,
τσούζουν τα μάτια στην προκυμαία,
μέσα στα βάθη της εποχής.

Λευκό ταξίδι με μαύρο ήχο,
οι γκρίζες σφαίρες της λησμονιάς,
με ζωγραφίζουν σε άδειο τοίχο,
μες την ομίχλη της παγωνιάς.

Λευκά φωτάκια σε μαύρο πλάνο,
κι ένας αέρας να μ' οδηγεί,
με γονατίζει, μα δεν σε χάνω
κι ας με γυρίζει σ' όλη τη γη.

Πάνω στην πλώρη με μαύρο ρούμι
κι ένα τσιγάρο με διαπερνά,
και η λογική μου σ' ένα μπουντρούμι,
σπάζει τους ήχους μα δεν περνά.

Αφρός και δάκρυ πάνω στο κύμα
κι εγώ από πάνω σαν ουρανός,
λευκά ταξίδια, σε μαύρη ρίμα,
βροχή να πέφτει κι εγώ γυμνός.

Σε μαύρο πλοίο, λευκή σημαία,
θλιμμένα βράδυα, μοναχικά,
μαύρη η ψυχή μου χωρίς παρέα,
χωρίς δυο μάτια, μοναδικά.

Σε μαύρο πλοίο, λευκή σημαία,
κι εγώ μονάχος με άδεια ψυχή,
σε άσπρο-μαύρο, χωρίς παρέα,
ζωή από ρούμι κι από βροχή.

Τετάρτη 14 Ιουλίου 2010

Μουντιάλ '82

Μουντιάλ '82,
το πρώτο που είχα 'δει,
σε ασπρόμαυρη οθόνη,
δέκα χρονών παιδί.

Θυμάμαι ''Σελεσάο'',
του Ζίκο τις μπαλιές,
Σώκρατες και Φαλκάο,
τα σουτ, τις κεφαλιές.

Θυμάμαι την ''Σκουάντρα'',
με Ρόσι κυνηγό,
Καμπρίνι, Αλτομπέλι,
τον Τζοφ τον αρχηγό.

Τον Μπράιτνερ θυμάμαι,
του Χρούμπες κεφαλιές,
τον Καλτς, τον Ρουμενίγκε,
του Χένες τις μπαλιές.

Στο νου ακόμα φέρνω,
Ζιρές και Πλατινί
με σουτ να ζωγραφίζουν
τις μπάλες στο σκοινί.

Να μην ξεχάσω Μπόνιεκ
και Λάτο παικταρά
μεγάλη Πολωνία
ομάδα μια χαρά.

Ποτέ δεν θα ξεχάσω
παιχνίδι δυνατό
brasil και Ιταλία
να σκίζουν το πλεκτό

ο Κόντι να μοιράζει
με μπάλες-ξυραφιές
και τρία γκολ να βάζει
ο Ρόσι, ζωγραφιές.

Τέλος, δεν θα ξεχάσω
ποτέ στον τελικό,
γκολάρα του Ταρντέλι,
το σουτ το μαγικό,

το κύπελλο ''κλειδώνει''
με δεύτερο που βάζει
και Γιάννη Διακογιάννη
δικαίως να φωνάζει.

Τα χρόνια, από τότε,
τετράδες τα μετράω,
μα το μουντιάλ το πρώτο
ποτέ μου δεν ξεχνάω.

Πέμπτη 8 Ιουλίου 2010

Μέχρι το τέλος

Απ' τις ουλές που σχηματίζουνε τα χάδια,
πάνω στα μάγουλα, στα χέρια και στο σώμα
φτιάχνονται δρόμοι που διασχίζονται τα βράδυα
από ορμές που σε ζητάνε λίγο ακόμα.

Από τα κόκκινα τα χείλη των στιγμών σου,
ένα απόμακρο τραγούδι αργοπεθαίνει,
κυλάει στα μάτια το ποτάμι των καημών σου,
μα είναι ο χρόνος φυλακή και περιμένει.

Από τα βάθη της απρόσιτης σελήνης,
από τα έγκατα της άγνωστης πλευράς σου
πνοές ξεχύνονται σαν λάφυρα ειρήνης,
ξυπνώντας τ' άδυτα της άδολης χαράς σου.

Σιωπή στο βλέμμα κι ένας ψίθυρος να κλαίει,
δίχως εξήγηση και δίχως απαντήσεις,
κορμί-ταξίδι που στο τέλος καταρρέει,
πόλεις-φαντάσματα που δεν θα συναντήσεις.

Είσαι μια θάλασσα ακόμα που δροσίζει,
θα είμαι πάντα ο χαμένος ναυαγός σου,
ένας αιώνιος Οδυσσέας που χαρίζει
χίλιες Ιθάκες, για ν' αγγίζει το βυθό σου.

Πάνω στα κόκκινα τα χείλη των στιγμών σου,
μέσα στην αύρα σου γυρίζω μεθυσμένος
στολίζω νύχτες με τα δάκρυα των λυγμών σου
μέχρι το τέλος, ζωντανός ή πεθαμένος.

Κυριακή 27 Ιουνίου 2010

Μέσω δραμάτων και κωμωδίας

Μέσω δραμάτων και κωμωδίας,
ένας κομπάρσος, ένας θεός
αρχαίος μύστης κι αντιρρησίας
τι μια σκοτάδι, την άλλη φως

εν μέσω κόπων και καιροσκόπων,
εν μέσω τρέλας και λογικής
για ένα ψέμα στημένων τρόπων
και μιας αλήθειας, μοναδικής

σαν ιερέας αρχαίου μαντείου
σαν ένας Θέσπης υποκριτής
πίσω από λόγια του προσωπείου
φτηνός αλήτης και ποιητής

αυγές του κόσμου, σε ξενιτεύουν,
οσμές του Μάη σε προσκαλούν,
ρωγμές του χρόνου θα σε μαζεύουν,
μετά σε διώχνουν και σε πουλούν

μες τους καφέδες και τα τσιγάρα
μέσα στο τζόγο και τα ποτά
και πότε μόνος με μια κιθάρα,
έρωτας είναι και δεν ρωτά

φιλί στα μάτια, φιλί στα χείλη
μες τις αγάπες ειλικρινής
χρόνια σε ψάχνουν, εχθροί και φίλοι
μα δεν σε βρίσκει ποτέ κανείς

μέσω δραμάτων και κωμωδίας,
μια μέρα άγιος και μια φονιάς
πιστός δεσμώτης μιας νυχτωδίας,
παιδί και μνήμης και λησμονιάς.

Πέμπτη 10 Ιουνίου 2010

Στροφή

Μια μουσική, μια νότα
ξεχωριστή ματιά
μια ανοιχτή σελίδα
που γράφει η καρδιά

γλυκαίνεις το χειμώνα,
ομπρέλα στη βροχή,
κοντράρεις τη μιζέρια
σε άχαρη εποχή

παράθυρα στο χρόνο
αφήνεις ανοιχτά
τραγούδια για ταξίδια,
για λάθη και σωστά

προσφέρεις άλλο δρόμο,
άλλη περπατησιά
ξενύχτι που λυτρώνει
σ' απάτητα νησιά

στ' αυτί μου ψηθυρίζεις
φωνή τ' αερικού
ενώνεις τη γενιά μου
του ακριβού υλικού

φιλοξενείς τη νύχτα,
τα ανοιχτά μυαλά
μια κιβωτός των ήχων
με όλα τα καλά

περίσσευμα φιλίας
σε χώρο ειδικό
μ 'ενα καράβι νότες,
ταξίδι μαγικό

σάββατα του χειμώνα
μ' αγγίγματα ψυχής
αξέχαστα τα βράδυα,
μιας μουσικής ''στροφής.''

Σάββατο 5 Ιουνίου 2010

Συνθήματα

Συνθήματα στους τοίχους,
μηνύματα εποχής,
ζωγραφισμένα μαύρα
τα λόγια της ψυχής

γι' αυτούς που 'ναι δεμένοι
σ' ονείρου διαδρομές
ασπρόμαυρες εικόνες
με έγχρωμες στιγμές

απόμακρα κατάρτια,
ανήλιαγες γωνιές,
κακογραμμένα χρόνια
σε γκρίζες γειτονιές

με τα φτερά τ' ανέμου,
κοιτάς από ψηλά
τους μακρινούς χειμώνες,
με μάτια πιο θολά.

Συνθήματα στους τοίχους
με κόκκινη μπογιά,
ελπίδα που ξεφεύγει,
χαρίζει ένα γεια

ξενυχτησμένα μάτια,
τα ίχνη της γιορτής,
η νύχτα,μες το αίμα
κυλά της αορτής

χαμόγελα-μαχαίρια,
ξυράφια-δειλινά,
αγάπες που 'χουν φύγει
ταξίδια μακρινά

τα ξεχασμένα πάθη
στα βάθη του καιρού,
πεθαίνουν πεταλούδες
στη μέση του χορού.

Συνθήματα στους τοίχους
των πένθιμων ψυχών,
οι λέξεις κυματίζουν
στα μάτια των αρχών

στην αγορά του κόσμου,
του σήμερα η γενιά
την τύχη παζαρεύει,
κερνά την απονιά

οι σκέψεις ανασαίνουν,
μιλάνε, προκαλούν,
νοήματα αγκαλιάζουν,
στο δρόμο τα πουλούν

γι' αυτούς που 'ναι δεμένοι
στη μοναξιά του νου,
συνθήματα των δρόμων,
γραφές του πρωινού

γι' αυτούς που 'ναι κλεισμένοι
σε όνειρα εποχής,
συνθήματα των τοίχων
στους δρόμους της ψυχής.

Σάββατο 29 Μαΐου 2010

Το μονοπάτι

Το μονοπάτι της φωτιάς και των θαυμάτων
εν μέσω φόβων κι οραμάτων φαντασίας
δοσμένος τόπος για μια τέλεση θυσίας
κάψιμο εικόνων, ριπογόνων θεαμάτων

το μονοπάτι λογισμού και ελευθερίας
μέσα στα δίχτυα των κριτών και των σωτήρων
ας γίνει τόπος για εξάγνιση μαρτύρων
από απόβλητες σημαίες ευκαιρίας

το μονοπάτι της ανόθευτης ειρήνης
μέσα στα λάθη, υπολείμματα του πόνου
τα τελευταία αποθέματα οξυγόνου
για τις ανάσες της απόλυτης ευθύνης

το μονοπάτι της βροχής και της λιακάδας
μέσα στην άβυσσο ψυχών και αντιθέσεων
ας γίνει τόπος καλυτέρευσης διαθέσεων
κόντρα στο ρεύμα της μιζέριας, της χλωμάδας

το μονοπάτι της ζωής και του θανάτου
μεγάλη λίστα ουραγών και αρχαγγέλων
ας γίνει δρόμος, λεωφόρος για το μέλλον
ένα ταξίδι στ' ακριβό το πέρασμά του

το μονοπάτι της αγάπης, της αχτίδας
μές τους θυμούς και τις βρισιές απεγνωσμένων
ας γίνει δρόμος, λεωφόρος λυτρωμένων
για το απάνεμο λιμάνι της ελπίδας.

Πέμπτη 27 Μαΐου 2010

Καλοκαίρι

Το καλοκαίρι φτάνει
μ' ηλιοκαμμένη σάρκα
με πλαστικές φτερούγες
με γύφτων φορτηγά

σε βρώμικο λιμάνι
με τρυπημένη βάρκα
σε άδεια χειρουργεία
το χρόνο κυνηγά

το καλοκαίρι φτάνει
σημαδεμένο, μόνο
για κάλυψη συνήθειας
με γέρικα μαλλιά

με μαγική μελάνη
στριφογυρνά στο χρόνο
αγαπημένη πόρνη
με ζόρικα γυαλιά

το καλοκαίρι φέρνει
τα λάφυρα της νιότης
σημάδια του καιρού μου
σε καύσωνα πετά

τα πόδια,τώρα,σέρνει
παλαίμαχος προδότης
απόμαχος αλήτης
ξανά μας χαιρετά

το καλοκαίρι φέρνει
της μνήμης μου το στάχυ
θολό και ραντισμένο
άχρωμο και θαμπό

στο πλάι τώρα γέρνει
μα εγώ, όπως και να 'χει
οικείο καλοκαίρι
για πάντα θ' αγαπώ.

Τρίτη 20 Απριλίου 2010

Φρέσκα όνειρα

Άνοιξε τα μάτια σου,
πέτα στον αέρα,
κάνε το ταξίδι σου,
γίνε ουρανός

όλη τη μαυρίλα σου,
σκόρπισε την πέρα
πάνω από τα κύματα,
μείνε ζωντανός

ύψωσε το βλέμμα σου
πάνω από τους τοίχους
βγες από τον τάφο σου
βάλε του φωτιά

τη ζωή σου ανάστησε
άλλαξε τους ήχους
φτιάξε φρέσκα όνειρα
μ' άλλη μυρωδιά

άπλωσε τα χέρια σου,
πιάσε τη σελήνη,
διάλυσε το σύννεφο
που 'χεις στην καρδιά

βγες από το λάκο σου,
μέσα από τη δίνη,
φύτεψε στον κήπο σου
την καλοκαιριά

νοιώθεις τα καλύτερα
να 'ναι περασμένα
με πικρό χαμόγελο,
μελαγχολικός

όμως δεν τελείωσε
τίποτα για σένα
σπάσε τα πετρώματα
άγγιξε το φως

νοιώθεις τα καλύτερα
να 'ναι περασμένα
σιωπηλό παράπονο
μουσικής χορδής

μα η ζωή σαν θάλασσα,
σαν τεράστια αρένα
πέσε μέσα, πάλεψε
μην παραιτηθείς.

Δευτέρα 12 Απριλίου 2010

Τα χίλια δρομολόγια

Τα χίλια δρομολόγια
στους ουρανούς του χρόνου
της νιότης σου δραπέτες
μετρούν τις εποχές

τα μάτια ανοιγοκλείνουν
σε ηδονές του πόνου
τα θύματα κι οι φταίχτες
σκουριάζουν στις βροχές

τα κοφτερά σου δόντια
τις μέρες κομματιάζουν
την τράπουλα μοιράζεις
ακόμα μια φορά

οι θάλασσες του κόσμου
πάντα θα σ' αγκαλιάζουν
αμίλητος κοιτάζεις
τα μάτια σου υγρά

τα χίλια δρομολόγια
στοιχειώνουν το μυαλό σου
ασπρόμαυρα στιχάκια
μιας άλλης εποχής

νυχτώθηκες μονάχος
εσύ κι ο εαυτός σου
σε απόμακρα μπαράκια
πιωμένος κι ευτυχής

της διαδρομής διαμάντια
μικρά μα διαλεγμένα
ωκεανών κι αιώνων
δεινός κολυμβητής

σε αμπάρια και υπόγεια
χρυσαφικά κρυμμένα
αυταρχικών βαρόνων
φονιάς και πειρατής

τα χίλια δρομολόγια
θυσιάζουν Ιφιγένειες
σε κάτασπρα σεντόνια
σε ψεύτικους βωμούς

τώρα φτωχός και μόνος
τα μίση κι οι ευγένειες
σε μαρμαρένια αλώνια
δε λύνουν τους χρησμούς.

Σάββατο 27 Μαρτίου 2010

Χαμένη Ιθάκη

Ξεχασμένο πιστόλι
σε παλιά αποθήκη
φυλαγμένες οι σφαίρες
σ' ένα μαύρο συρτάρι

που χαθήκανε όλοι?
βουβαθήκαν οι λύκοι
βουλιαγμένες γαλέρες
ματωμένο φεγγάρι

μεθυσμένη σειρήνα
που τα λόγια ξεχνάει
θολωμένος αέρας
η οσμή του σε πνίγει

μια σπασμένη βιτρίνα
και η μέρα περνάει
μα της μνήμης το τέρας
με τη νύχτα σου σμίγει

αρρωστιάρα πατρίδα
η ψυχή πληγωμένη
κατακόκκινο βέλος
καρφωμένο στην πλάτη

με μια μαύρη πυξίδα
τη στιγμή περιμένει
λίγο πριν απ' το τέλος
πάλι αλλάζει πελάτη

ξεχασμένες οι σκέψεις
πεταμένες στην άκρη
κι η οσμή του αγώνα
ασφυξία και σκόνη

σκουριασμένες οι λέξεις
δεν υπάρχει ένα δάκρυ
να διαλύει το χειμώνα
να σκορπίζει το χιόνι

λαβωμένη ελπίδα
τεχνητά αναπνέει
μαραμένες οι νότες
σε καμμένη κοιλάδα

ματωμένη σελίδα
καραβάκι που πλέει
και τριγύρω προδότες
σε μια γκρίζα Ελλάδα

ξεχασμένο πιστόλι
σε παλιά αποθήκη
φυλαγμένες οι σφαίρες
σ' ένα μαύρο κουτάκι

πως αλλάξαμε όλοι
μα είναι πύρρειος νίκη
υψωμένες παντιέρες
για χαμένη Ιθάκη.

Δευτέρα 15 Μαρτίου 2010

Άγριο κύμα

Σε γοητεύει το άγριο κύμα
της κυριακής η μοναξιά
είσαι ο θύτης και το θύμα
μέσα στο φως και στη σκιά

οικείο φως που αντιφεγγίζει
μες τον καθρέπτη τ' ουρανού
και η ψυχή να φτερουγίζει
μες τους παράδεισους του νου

σε συντροφεύει η ανάσα
από τον ήχο του νερού
όλα τα πρίμα και τα μπάσα
της μουσικής και του χορού

όλη η ζωή σαν μια εικόνα
θάλασσα απλώνεται γυμνή
μια χαραμάδα στο χειμώνα
και μένει η ελπίδα ζωντανή

όλη η ζωή σαν άγριο κύμα
φουρτουνιασμένη, αληθινή
χαράζει η μέρα, πρώτο βήμα
ταξίδι με λευκό πανί

σε ακολουθάει ένας γλάρος
μ' ένα φτερούγισμα ψυχής
και πάντα υπάρχει ένας φάρος
για μια εκπλήρωση ευχής

σε γοητεύει το άγριο κύμα
η μοναξιά της κυριακής
εφτά τετράστιχα σε ρίμα
του σούρουπου και της αυγής.

Πέμπτη 11 Μαρτίου 2010

παράνοια

Νοιώθω να με πνίγουν τα τοιχώματα
απρόσωπης ζωής και ακινησίας
δεμένος με καλώδια και κυκλώματα
με ιμάντες σε γρανάζια απουσίας

ταβάνι από ξύλο κι από ψέματα
πλησιάζει συνεχώς και με σκεπάζει
και πίσω από τις πόρτες άδεια βλέμματα
σ' ένα παιχνίδι ρόλων που τρομάζει

συνθήματα στο δρόμο που φωνάζουνε
γκρεμίζουν τα αναχώματα του πόνου
νοήματα που μένουν, δεν αλλάζουνε
δολώματα της μνήμης και του χρόνου

νοιώθω να με πνίγουν τα τοιχώματα
της ένοχης σιωπής και της βιτρίνας
μου κρύβουν την αλήθεια νεφελώματα
τραγούδια μιας ανέμελης σειρήνας

χτισμένα ή καρφωμένα τα παράθυρα
κι ο ήλιος ένα πέτρινο φεγγάρι
η λήθη κι ο καιρός σκορπούν τα λάφυρα
τα όνειρα κλεισμένα στο κελάρι

γεννιέμαι και πεθαίνω τα χαράματα
κι η ανάσταση ελεγχόμενη για πάντα
δεμένος με αλυσίδες και με ράμματα
δηλώνω ένας τρελός ετών σαράντα

γεννιέμαι και πεθαίνω μες τα τραύματα
κι η ανάσταση με χάπια των ορίων
δεμένος με καλώδια και με ράμματα
ένας τρελός στα μάτια των θηρίων.

Παρασκευή 5 Μαρτίου 2010

Αυτός ο λόγος...

Αυτός ο λόγος σε κρατάει απ' το χέρι,
κατεστραμμένοι πειρατές για συνοδεία,
δεμένο μάτι και κατάμαυρο μαχαίρι,
θλιμμένα λόγια σε μια μαύρη μελωδία

αυτός ο λόγος σου χαράζει το σημάδι,
ένα παράπονο να κρέμεται απ' το στόμα,
μια προσευχή που ψυθιρίζεις στο σκοτάδι,
για κάποια θάλασσα που σε θυμάται ακόμα

αυτές οι λέξεις μεθυσμένων νοημάτων,
σαν τη φωτιά κυκλώνουνε το νου σου,
είναι τα βέλη και οι σφαίρες αισθημάτων,
μες τα ξεσπάσματα απ' τα βάθη του θυμού σου

μέσα στα τάρταρα ξυπνάς των περασμένων,
πυρακτωμένων, μυθικών και μεγαλείων,
σε παραδείσους πριγκιπάτων ξεχασμένων,
ένας θεός μέσα στα μάτια των γελοίων

μέσα στον ύπνο σου ξυπνάς, ψηλά πετιέσαι,
αυτά τα λόγια ξεγυμνώνουν το μυαλό σου,
από το δέντρο του γκρεμού σου θα κρατιέσαι
και θα γλιτώνεις απ' το φύλακα άγγελό σου

αυτός ο λόγος σε κρατάει απ' το χέρι,
λεπτά και ώρες σου σφυρίζουν σαν σαίτες,
πάλι πιωμένος από ρούμι κι από αγέρι
γιατί ποτέ σου δεν αγκάλιασες τις ήττες.

Τρίτη 2 Μαρτίου 2010

Όλη η αλήθεια...

Όλη η αλήθεια για θείο πνεύμα
απυροβλήτου και μανιτού
των μοιροφόρων κονδυλοφόρων
μαντατοφόρων του τεχνητού

όλη η αλήθεια για δόλια δάκρυα
των κροκοδείλων της εποχής
των ελεγχώμενων απλών συμπτώσεων
και των θαυμάτων της ανοχής

όλη η αλήθεια για το χαρμάνι
χρυσού, λαγνείας και ιδεών
πασπαλισμένων με τη μαγεία
των ξεπεσμένων και των θεών

όλη η αλήθεια για τη μιζέρια
των μαραμένων κλειστών μυαλών
εγκλωβισμένων σε παραδείσους
των ανυπάρκτων και των θολών

όλη η αλήθεια για τους σωτήρες
τους χειραφέτες κοινωνιών
των αδιεξόδων χαράζουν δρόμους
για στείρους κόσμους των θρησκειών.

Πέμπτη 25 Φεβρουαρίου 2010

Μες τα παράλογα του κόσμου

Μες τα παράλογα του κόσμου
με μια ασπρόμαυρη παλέτα
μεταμορφώνεις άδειους τοίχους
με μια σειρά από στιλέτα

η ελπίδα κείτεται στο χώμα
με πληγωμένη καρωτίδα
θες να ξορκίσεις στείρους φόβους
με μια σκουρόχρωμη κροτίδα

με ένα χαμόγελο μαχαίρι
σπασμένο δόντι στις χορδές σου
μαύρος καπνός να σε τυλίγει
και να σε κρύβει απ' τις ορδές σου

φοράς τις όπλες των ονείρων
ξέφρενες κούρσες δίχως άκρη
ισορροπείς με τους λυγμούς σου
ποτίζεις νότες με το δάκρυ

τα λόγια καπνισμένες κάνες
σε φωτισμένες νυχτωδίες
τις ιαχές αυτού του κόσμου
αναβαφτίζεις ραψωδίες

μες τα παράλογα του κόσμου
χυμένα λάθη στο ποτήρι
κρατάς την τρέλα φυλακτό σου
σε αδηφάγο πανηγύρι

μες τα παράλογα του κόσμου
χυμένη λήθη στην παλέτα
μεταμορφώνεις σκόρπιους στίχους
και τους καρφώνεις σαν στιλέτα.

Κυριακή 21 Φεβρουαρίου 2010

Ξέσπασμα

Μέσα σε κύκλο αδιαφορίας
κάτω από πέπλο υποταγής
σαν γερασμένοι της ιστορίας
σαν τελευταίοι αυτής της γης

τα καραβάνια των κοιμισμένων
μέσα στην έρημο της διαφθοράς
ακούνε λόγια σεσημασμένων
σάπια μηνύματα της συμφοράς

πέφτουν στο λάκο της εξουσίας
μιας ματαιόδοξης δυναμικής
ψυχές αδύναμες, δέσμιες θυσίας
της σαρκοβόρας πολιτικής

μες την παγίδα των συνθημάτων
των ψηφοθήρων της παρακμής
βορά στα στόματα των καθαρμάτων
της μιας δεκάρας, της μιας δραχμής...

τώρα στην κρίση την βασισμένη
πάνω στο σύστημα της αγοράς
πατούν σε πτώματα οι βολεμένοι
οι συνωμότες της διαφθοράς

τώρα στην κρίση την βαφτισμένη
από εμπόρους κι από νονούς
απατεώνες, καταραμένοι
τώρα σκυλεύετε και τους νεκρούς.

Σάββατο 20 Φεβρουαρίου 2010

Της καταιγίδας και του ονείρου

Δέντρα, νερά και φρέσκο χώμα
φυσική λάμψη και μαγεία
άνοιξης πράσινο το χρώμα
φύσης αρχέγονη υγεία

θρεμμένο κάτασπρο όνειρό μου
από τη γύρη της κοιλάδας
όλη η γη το οχυρό μου
μέσα στα χρόνια της ζαλάδας

μες το απέραντο της ώρας
μες τα στενά χρόνου απείρου
κρυμμένα πρόσωπα της μπόρας,
της καταιγίδας και του ονείρου

θάλασσα απόλυτη ερωμένη
άχρονος τόπος ξεχασμένος
σε υγρό χρόνο αφημένη
παράδεισος ονειρεμένος

δέντρα, νερά και φρέσκο χώμα
θάλασσα, όνειρα, μαγεία
οι αναμνήσεις μου το γιόμα
μυστήρια χρόνια και οικεία.

Μες του τρελού τα όνειρα

Μες του τρελού τα όνειρα
παίρνουνε σάρκα και οστά
όμορφες ξανθές γυναίκες
με χαμόγελα ζεστά

μες του τρελού τα όνειρα
δεν μας γερνούν τα χρόνια
δεν μας αγγίζουν οι βροχές
και αγαπάμε αιώνια

μες του τρελού τα όνειρα
οι άνθρωποι μιλάνε
μόνο για αγάπη και φιλιά
το χρήμα δεν κοιτάνε

γι' αυτό ο τρελός όταν ξυπνά
μ' αυτά που βλέπει, φεύγει
ο κόσμος του φανταστικός
μες τα όνειρά του τρέχει

και το μυαλό του χάνεται
στον ύπνο του γυρίζει
στα οράματά του τα γλυκά
η ψυχή του συνεχίζει.

Όλα τα ναι κι όλα τα όχι

Όλα τα ναι κι όλα τα όχι
όλα πιασμένα σε απόχη
πλεγμένα σύννεφα ονείρων
σκέψεις αδιέξοδες μαρτύρων

μέσα στα μπαρ της οικουμένης
ταξίδια αγάπης προδωμένης
μες των μυαλών τις αγκιλώσεις
ονειροπολιακές ψυχώσεις

όλα τα κύματα αισθημάτων
τροφή για στίχους των ασμάτων
μέσα στου νου τη φαντασία
πάντα θα κρύβεται η ουσία

όλα τα φώτα και τα πάθη
όμορφα όνειρα και λάθη
χιλιάδες κύκλοι των ερώτων
των τελευταίων και των πρώτων

όλα τα ναι κι όλα τα όχι
όλα πιασμένα σε απόχη
χρόνια φυτεύονται κι ανοίγουν
φυτρώνουν όλα και μας πνίγουν

καταναλώνονται υποσχέσεις
αναβαθμίζονται οι σχέσεις
λάμπουν, φωτίζονται οι φάτσες
απ' τα υπόγεια στις ταράτσες

σε μια θητεία χρόνιας νιότης
αιώνιος εραστής και πότης
μες του καιρού μου τα σινιάλα
με το κεφάλι στην κρεμάλα

μέσα στα μπαρ της οικουμένης
σε συναντώ να περιμένεις
πάντα μαζί σου ερωτευμένος
είμαι ταπί και ευτυχισμένος

όλα τα ναι κι όλα τα όχι
όλα πιασμένα σε απόχη
σε κωδικούς φυλακισμένα
για όλο τον κόσμο και για ... μένα.

Κύμα σηκώνεσαι βουνό...

Κύμα σηκώνεσαι βουνό
και σκας πάνω στη νύχτα
και το φεγγάρι
ολοστρόγγυλος πυρσός

με μια πιρόγα ξεκινώ
παραπατώ στα δίχτυα
με μια σχεδία
στο ποτάμι Ιλυσσός

κύμα σηκώνεσαι βουνό
και λούζεις σκόρπιες μνήμες
και ένα καράβι
να διασχίζει τις στιγμές

πάντα η φλόγα στην καρδιά
τροφοδοτεί τις ρίμες
και μεταλλάσει
και αιτίες και αφορμές

κύμα σηκώνεσαι βουνό
και σκας πάνω στα χρόνια
ξαναορίζεις
των ασμάτων τις ροές

έχουν αλλάξει οι μορφές
στα πρόσωπα τα αιώνια
ξαναβαφτίζεις
των ανθρώπων τις ζωές

κύμα σηκώνεσαι ψηλά
και σκας στο πρόσωπό μου
και μου ξεπλένεις
των ματιών τη σκοτεινιά

όσα έχω ζήσει, χαρακιές,
ρωγμές στο μέτωπό μου
για μια ιστορία
δίχως στοπ και λησμονιά.

Κερνάει η νύχτα...

Κερνάει η νύχτα
το αλκοόλ και το τσιγάρο
μια μελωδία, γυναικεία συντροφιά
ένα χαμόγελο, ένα δάκρυ, ένα φάρο
που θα φωτίζει όσο ανθίζει η καρδιά

κερνάει η νύχτα
ένα αχόρταγο φεγγάρι
που καταπίνει τόσα μάτια μενεξιά
θάλασσα η νύχτα, του βυθού μαργαριτάρι
που συνεχίζει να χαρίζει μοναξιά

κερνάει η νύχτα
την ελπίδα και τη λάμψη
καθαρά πρόσωπα που πίνουν τη ζωή
μα ο κλέφτης χρόνος, μαύρο χρώμα έχει ανάψει
μες τα υπόγεια με μια άρρωστη πνοή

κερνάει η νύχτα
μιαν ευχή και μια κατάρα
θλιμμένο τέλος που γεννάει νέα αρχή
τσιγάρο ατέλειωτο, βροχή και μια κιθάρα
σε ταξιδεύει σε άλλη νύχτα κι εποχή.

Τώρα βαραίνει η μοναξιά...

Σφυρίζεις σαν τον άνεμο
κοιτάς σαν το γεράκι
μα στης γυναίκας την καρδιά
λειώνεις σαν το κεράκι

σαν το λιοντάρι αντιδράς
σαν άγριο κύμα αφρίζεις
μα στης γυναίκας την καρδιά
διαλύεσαι, σαστίζεις

στα πέτρινα τα μάτια σου
νεκρώνονται οι ζωές σου
μα στις ανάσες που αγαπάς
θα πνίγονται οι φωνές σου

τα καλοκαίρια τριγυρνάς
χειμώνες περιμένεις
των γυναικών τις ηδονές
να λειώνεις, να πεθαίνεις

μέσα στη νύχτα, μια ζωή
ένα με το σκοτάδι
στων κοριτσιών τις αγκαλιές
κερδίζεις κι άλλο βράδυ...

τώρα, οι μέρες σου ρηχές
με ένα θλιμμένο βλέμμα
συννεφιασμένος ουρανός
σημαδεμένο ψέμα

ξημέρωσε η κυριακή
μα ήλιος δεν φωτίζει
τώρα βαραίνει η μοναξιά
που τις ψυχές μαυρίζει.

Παρέα με τα χρόνια μου

Ετάιζα τά χρόνια μου με αγαπημένο ψέμα
το αίμα μου σκαρφάλωνε αρτηριακούς σωλήνες
φουρτουνιασμένη θάλασσα, συννεφιασμένο βλέμμα
παιχνίδι αγαπημένο μου οι όμορφες σειρήνες

φορτώθηκα στους ώμους μου χιλιόμετρα πορείας
τρέχοντας πάντα γρήγορα στα πέρατα του νου μου
με μιαν αρχαία συνταγή παγκόσμιας ιστορίας
μα χάθηκα στα πέλαγα, στα δάση του μυαλού μου

παρέα με τα χρόνια μου, στου χάρτη τα σινιάλα
η γη μου κατά πρόσωπο, κοινωνικό χαρμάνι
συντροφικά χαμόγελα και όνειρα μεγάλα
μα οι ζωές κι οι επαφές δεν βγάζουνε φιρμάνι

σε χάρτινο παράδεισο, σε στίχο που δακρύζει
του κόσμου τα παράλογα και της πορείας η θλίψη
ακούω μακρυά τον θάνατο, τον ήχο του να τρίζει
σαν τη βουή του ποταμού που τώρα μου 'χει λείψει

αντάμωσα τα χρόνια μου σε κύκλο που όλο φθίνει
μεγαλωμένα, ώριμα με μάτια που πονάνε
ανάμνηση από κλάματα γιατί η ψυχή θα μείνει
να αναπολεί τα θαύματα που θα με ξεπερνάνε

τώρα το μέλλον ξεπερνώ, αγύριστο κεφάλι
των περασμένων των στιγμών κι αν ζω την απουσία
χειμώνες ολοσκότεινους κι αν συναντώ και πάλι
θα καταπίνω άνοιξη να βρίσκω την ουσία.

Κυριακή 14 Φεβρουαρίου 2010

Τα νιάτα κι αν ξεμάκρυναν...

Τα νιάτα κι αν ξεμάκρυναν
ποτέ δεν θα χαθούνε
μες τον καμβά του κόσμου αυτού
παιχνίδια ζωγραφίζουν

φυλλομετρώντας τις στιγμές
που άλλο δεν θα 'ρθούνε
σε μυστικό μονόδρομο
τα όνειρα θυμίζουν

τα νιάτα κι αν κοιμήθηκαν
τραγούδια μουρμουρίζουν
μέσα στο παραλήρημα
ιδρώνουν και θυμούνται

τα χρόνια κι αν επέρασαν
ποτέ τους δεν δακρύζουν
και θα κρατούν το λόγο τους
και δεν θα ξεπουλιούνται

τα νιάτα κι αν εγέρασαν
παιδιά πάντα θα μένουν
και τη ζωή σε μια κλωστή
θα έχουν περασμένη

κι αν χάνουνε το ρόλο τους
πεισμώνουν κι επιμένουν
και θα ανασταίνουν πάντοτε
ελπίδα πεθαμένη.

Σάββατο 13 Φεβρουαρίου 2010

Όλα τα λησμονώ

Όλα αληθινά
σου φαίνονται ξανά
μα η ψυχή κοιμάται
δεν υπάρχει πουθενά

μα όλα εγώ τα λησμονώ
και κοιτώ τον ουρανό
βλέπω φωτεινά αστέρια,
καθορίζουν το κενό

έχεις αλλάξει τακτική
αγαπάς τη φυλακή
μα το φως από τις γρύλιες
σου θυμίζει Κυριακή

μα όλα εγώ τα λησμονώ
αγαπώ τον ουρανό
τίποτα δεν μου θυμίζει
μα τον βλέπω ζωντανό

τώρα όλα είναι απλά
αργοσβύνει η φωτιά
έχει στεγνώσει η ψυχή σου
είναι ασάλευτη σκιά

μα όλα εγώ τα λησμονώ
και στα σύννεφα πετώ
και τις νύχτες που κοιμάμαι
ονειρεύομαι ότι ζω...

Αλλος εδώ, άλλος εκεί...

Ο ένας ζει σ' ένα βουνό
σε μια σπηλιά μονάχος
μαζί με αρχέγονη βοή
μέσα στη γάργαρη ροή
σαν ερημίτης βράχος

ο άλλος ζει, θαλασσινός
στου καραβιού την πλώρη
έχει του γλάρου τη ματιά
παίζει στο διάλειμμα χαρτιά
και αναπολεί μια κόρη

ο άλλος χρόνους κυνηγά
σε μια μεγάλη πόλη
μες του γράφείου την αγκαλιά
μηχανοκίνητη λαλιά
καθορισμένοι ρόλοι

ένας ακόμη ξεκινά
σήμερα τη ζωή του
είναι στην κούνια ένα μωρό
έχει το βλέμμα καθαρό
μικρή η αναπνοή του

ο άλλος σέρνει αμανέ
τραγούδι που δακρύζει
έχουν ασπρίσει τα μαλλιά
και από τα γέρικα γυαλιά
το δάκρυ του χαρίζει

ένας ακόμη, φυλακή
για πάντα δικασμένος
πληρώνει λάθη σοβαρά
χωρίς ψυχή, χωρίς χαρά
απ' όλους ξεχασμένος...

άλλος εδώ, άλλος εκεί
σε τόπους και σε χρόνια
μικροί, μεγάλοι στις ζωές
άλλες καρδιές, άλλες πνοές,
μα η μοναξιά αιώνια

άλλος εδώ, άλλος εκεί
σκορπίζεται, σκορπάει
και αν τη ζωή σου αγαπάς
για αλλού ξεκίνησες να πας
κι αλλού η ζωή σε πάει.

Το μαύρο των ματιών σου

Το χρώμα που σ' αρέσει
είναι μου λες λευκό
μα εγώ σου λέω πάντα
το μαύρο αγαπώ

τα όνειρα σου έχουν
το σχήμα λουλουδιών
μα εγώ ακούω μόνο
τα λόγια των παιδιών

μου είπες πως δεν έχεις
λάθη και ενοχές
μα εγώ είμαι βουτηγμένος
σε αμαρτωλές βροχές

ρολόγια θα χτυπάνε
για σένα ακριβώς
για μένα δεν υπάρχει
ο χρόνος κυνηγός

εξαρτημένη είσαι
από όχι κι από μη
μα εγώ γυρεύω πάντα
να αλλάζω τη στιγμή

εσύ πιστή θα μένεις
στων τρένων τις γραμμές
μα εγώ σε εκτροχιάζω
με χίλιες αφορμές

εσύ στη λογική σου
κι εγώ ένας τρελός
εσύ θα με ξεχάσεις
εγώ όχι εντελώς

εσύ στην τακτική σου
μα εγώ ότι κι αν πω
το μαύρο των ματιών σου
μικρή μου θα αγαπώ.

Μες τα ποτά...

Μες τα ποτά και τα τασάκια που γεμίζεις
ψάχνεις να βρείς τα θαύματα
ακούς τραγούδια που ξυπνάνε σκόρπιες στιγμές
τα μάτια υγραίνουν τα χαράματα

μες το ουίσκι και τον χρόνο που ξεφτίζει
θέλεις να γειάνεις την ψυχούλα σου
ακούς κιθάρες να ξεσπάνε
στιγμές οι νότες που σημαδεύουν την καρδούλα σου

μες τη ζαλάδα και τις ώρες που χαρίζεις
ζητάς ψευδαίσθηση και διέξοδο
σκόρπια τα λόγια και οι βρίσιές που ξεστομίζεις
θέλεις να φύγεις ψάχνεις για έξοδο

και όταν πέφτεις και κοιμάσαι
τα όνειρα σε καταπίνουνε
την συναντάς και δεν φοβάσαι
τα μαύρα μάτια της σε σβήνουνε

Μες τη σιωπή του πρωινού

Μες του μυαλού μου τη γωνιά
ποτά, τσιγάρα, λησμονιά
κουράστηκα να φεύγω

μες τη σιωπή του πρωινού
σωθήκαν τα όνειρα του νου
πάντα το ίδιο έργο

μες της ζωής μου την ορμή
όνειρα, λάθη, παρακμή
βαρέθηκα τα φώτα

μες τη σιωπή του πρωινού
χρόνια κατάλοιπα του νου
ζωής μου γεγονότα

μέσα στου χρόνου την ρωγμή
τριάντα χρόνια διαδρομή
χαμόγελα και πίκρες

μες τη σιωπή του πρωινού
ξανά 'ρθαν όλα μες το νου
αλλά εσύ δεν ήρθες.

Πάντα εδώ

Ο,τι κι αν πεις
ψέμα φαντάζει
μα είναι αλήθεια
που απαντά σε ένα γιατί
''εξωπραγματικές'' εικόνες
μα αποτυπώνουν τη ζωή

ό,τι κι αν κάνεις
εύκολο μοιάζει
μα είναι δύσκολο
διαρκώς να φεύγεις
πάντα να αλλάζεις παραστάσεις
που σε βοηθάνε να ξεφεύγεις

ό,τι κι αν σκέφτεσαι
δεν σε τρομάζει
όμως φοβάσαι να κατέβεις
από εικόνες που σε σημάδεψαν
και αναρωτιέσαι
μήπως σε άλλαξαν

πάντα θα φεύγεις
μα θα επιστρέφεις
μ' ένα χαμόγελο πικρό
τι κι αν αλλάζεις
ίδιος θα μένεις
λες ότι φεύγεις
μα είσαι εδώ.

Χαμόγελο

Ένα χαμόγελο φευγάτο
γεμάτο αγάπη και ζωή
κατρακυλάει ως τον πάτο
μα το πρωί θα ξαναβγεί

ένα χαμόγελο μαχαίρι
που μου χαράκωσε το νου
σπάει το ποτήρι μου στο χέρι
αίμα και δάκρυα τ' ουρανού

ένα χαμόγελο αστράφτει
μου αναστατώνει την ψυχή
με τεμαχίζει σαν ξυράφι
μα με λυτρώνει κάθε αυγή

ένα χαμόγελο καράβι
με ταξιδεύει στα βαθειά
σε υγρό θάνατο με ρίχνει
μα με ανασταίνει στ' ανοιχτά.

Μείνε εδώ

Μείνε εδώ και κοίταξε
κατάματα το φως
μέτρα τις πληγές σου
και μείνε ζωντανός

μείνε εδώ και αγάπησε
τα δάκρυα που σκορπάς
χαμογέλα πάντα
γι' αυτά που αγαπάς

μείνε εδώ και κράτα
ενθύμιο μιας ζωής
του κόσμου τα χαμόγελα
της άδολης στιγμής

μείνε εδώ στις νίκες
και στις ήττες μείνε
όλα γύρω αλλάζουν
κι όλα ίδια είναι

όσο κι αν γυρνάμε
γύρω απ' τις ζωές μας
τα όνειρα θα δείχνουν
ξανά τις διαδρομές μας.

Παραλία

Ένα μπουκάλι μπύρα
γιορτής απομεινάρι
που στήνει το φεγγάρι
στου νότου την αλμύρα

ένα μπουκάλι μπύρα
στην άμμο πεταμένο
παράθυρο ανοιγμένο
στης μνήμης την πλημμύρα

ένα χυμένο γέλιο
κι ένα φιλί δωσμένο
στην άμμο αφημένο
πανάκριβο θεμέλιο

μια μουσική να πέφτει
βροχή από κιθάρα
πακέτο από τσιγάρα
θαλασσινού καθρέπτη

στην παραλία την άδεια
στη δύση της ημέρας
εφύσηξε ο αέρας
και δρόσισε τα βράδια

στων αστεριών τη λάμψη
μοναδικές οι ώρες
πολύχρονες αιώρες
προτού η αυγή χαράξει...

Καταδίκη

Κουβαλάς μια καταδίκη,
ένα μυστικό
είναι κάτι που σου ανήκει
δίχως ήττα, δίχως νίκη,
δίχως φονικό

κουβαλάς μια καληνύχτα
και μια φυλακή
καταφύγιο σ' ένα φάρο
σ' ένα πράσινο τσιγάρο
σ' άλλη λογική

κουβαλάς τις αντιθέσεις
μέσα στα βατά
μες την άγια νυχτωδία
σε αρχαία τραγωδία
μέτωπα ανοιχτά

κουβαλάς μια καταδίκη
και σ' ακολουθεί
μια παράξενη πορεία
τελειωμένη ιστορία
μνήμη που απωθεί

κουβαλάς μια καταδίκη
τέλος και αρχή
ένα αόρατο μαχαίρι
μια προέκταση στο χέρι
σ΄άλλη εποχή.

Πηγαιμός

Σαν των γερόντων την γαλήνια ηρεμία
που δραπετεύει απ' τα βάθη χρονικών
χίλια σημάδια απ' την αιώνια τρικυμία
κλεμμένα λάθη απ' τα πάθη των καιρών

σαν των ασμάτων τη χαμένη μελωδία
που έχει πάψει από χρόνια να 'χει ορμή
έχει ξεβάψει πια το χρώμα απ' την πορεία
έχει αλλάξει πια της αύρας η στιγμή

σαν τα κρυμμένα μυστικά με χρόνια αξία
σ' αυτή την άμορφη, αδιάφορη εποχή
ένα χαμόγελο, μια αλήθεια, μια θυσία
χυμένο δάκρυ πεταμένο στη βροχή

τέρμα τα θαύματα που φτιάξαμε μονάχοι
τέρμα το αυθόρμητο της έκπληξης το φως
μα εμείς οι λίγοι θα κρατάμε όπως και να 'χει
θα μας γλυτώνει το ταξίδι, ο πηγαιμός.

Το ταξίδι μου στο χρόνο

Το ταξίδι μου στο χρόνο
έχει λόγια που θυμίζουν
έχει λόγια που ξεχνάνε

χίλιες φιάλες οξυγόνο
για βουτιές που με κοιμίζουν
και για άλλες που πονάνε

το ταξίδι μου στο χρόνο
έχει εικόνες που αντέχουν
έχει εικόνες που μιλάνε

κάθε μύηση στον πόνο
για αυτούς που συμμετέχουν
στη ζωή που προσκυνάνε

το ταξίδι μου στο χρόνο
έχει όνειρα που ελπίζουν
όνειρα που προσπερνάνε

άλλοτε με σέρνει μόνο
κι άλλοτε με φυλακίζουν
οι σελίδες που γυρνάνε

το ταξίδι μου στο χρόνο
κάποτε με εξαφανίζει
με σκορπάει, με στοιχειώνει

το γεννάω, το σκοτώνω
με λατρεύει, με αφανίζει
με γεννάει και με τελειώνει.

Τα χρόνια της νιότης

Τα χρόνια της νιότης
δεν μας μιλάνε
δεν μας χαρίζουν
ένα γιατί
μόνο τα ζούμε
δεν μας ρωτάνε
και τα θυμόμαστε
για μια ζωή

τα χρόνια της νιότης
είναι φεγγάρια
αστέρια ολόλαμπρα
ήλιος χρυσός
μας ταξιδεύουν
μέρες και βράδια
όμορφα χρόνια
γεμάτα φως

τα χρόνια της νιότης
δεν μας πουλάνε
κι αν μας μεθάνε
με άπλετο φως
πάνω στους ώμους
μας κουβαλάνε
μέχρι να φύγουν
και γίνουν καπνός

τα χρόνια της νιότης
όσο κι αν φεύγουν
μας παραστέκουν
στην διαδρομή
μέσα στα χρόνια
τρελή πορεία
ελευθερία και φυλακή

Το μόνο που ζητώ...

Απότομες στροφές
επάνω στις γραμμές
ρευστές ισορροπίες
το αίμα ρέει ζεστό
ποτάμι μου καυτό
θολές μου αγωνίες

χαμόγελα φθηνά
ψυχρά μου πρωινά
συνήθεις καταστάσεις
τα όρια είναι λεπτά
τα λόγια λιγοστά
ανάξιες παραστάσεις

στερέψαν οι αλλαγές
νεκρώσαν οι πληγές
αδιάφορες πορείες
επιστροφή στη γη
οριστική σιγή
χιλιάδες οι αιτίες

τα μάτια μου κλειστά
μια ψύχρα, μια σκιά
απόψε μ' αρρωσταίνει
το μόνο που ζητώ
είναι μονάχα αυτό
να είσαι ευτυχισμένη

Όνειρα

Χιλιοπαιγμένα όνειρα
σε φεγγαριού σκιά
πολλές φορές χαράματα
μιλάω του θανάτου

χιλιάδες πια ανώδυνα
πεσμένα οχυρά
που μένουν πια ανώνυμα
σε δρόμους του αοράτου

οι μέρες καταπίνουνε
του κόσμου τη μιλιά
μα οι νύχτες ξαναγίνονται
ψυχές που μας λυτρώνουν

αγάπες μας ανοίγουνε
τον δρόμο για ψηλά
μα όταν φεύγουν γίνονται
μαχαίρια που σκοτώνουν

τα όνειρα χαράζουνε
τον κόσμο απ' την αρχή
χωρίς πληγές και βάσανα
κόσμο γεμάτο ελπίδες

σκληρή πραγματικότητα
σκληρή μου εποχή
ποτέ ευχές και όνειρα
δεν σώζουν τις παρτίδες

Τα τρένα

Ακούς τα τρένα να περνούν
μα δεν τα βλέπεις τώρα πια
έχει ξεσπάσει η φωτιά
και δεν θα σβήσει

κρατάς τα μάτια σου κλειστά
αυτός ο ήχος σε μεθά
μα το μυαλό σου το θολό
σε έχει παρατήσει

ακούς τα τρένα να περνούν
μα δεν τα βλέπεις τώρα πια
σαν τα φαντάσματα σκορπούν
οικείο τρόμο

έχεις ξεχάσει τι θα 'πει
αγαπημένη διαδρομή
και το σκοτάδι προχωρά
κυλάει στο δρόμο

ακούς τα τρένα να περνούν
μα δεν τα βλέπεις τώρα πια
έχεις αφήσει τη σιωπή
να σε κυριεύει

δάκρυα απ' τα μάτια σου κυλούν
παλιές εικόνες σου μιλούν
μα ο χρόνος-πόνος σε ακουμπά
και σε σαλεύει

Ώρα να πηγαίνουμε

Αρκετά γελάσαμε
αρκετά γλεντήσαμε
έχοντας ελπίδα μας
ανέξοδες ευχές
ώρα να πηγαίνουμε
ώρα να αλλάξουμε
εικόνες και εποχές

αρκετά αγαπήσαμε
αρκετά μιλήσαμε
για αγάπες κι όνειρα
κι όμορφες στιγμές
ώρα να πηγαίνουμε
ώρα να ξεφεύγουμε
τέρμα οι αντοχές

αρκετά ρισκάραμε
και ζόρικα περάσαμε
και τα ζάρια ρίξαμε
απλά και καθαρά
ώρα να ''την κάνουμε''
πριν να μας ''αδειάσουνε''
ακόμα μια φορά

τελειώσανε τα θαύματα
φεύγουμε χαράματα
μην κοιτάξεις πίσω σου
κι άφησε τα κλάματα

Τα μάτια πια δεν λαμπυρίζουν

τα όνειρα έχουν μικρύνει
έχουν ραγίσει οι καθρέπτες
άπονος χρόνος, καταπίνει
και τις αιτίες και τους φταίχτες

τα δεδομένα έχουν αλλάξει
κάτω απ' το βάρος των ανθρώπων
ηλεκτρική και άδεια λάμψη
μέσα στα αδιέξοδα των κόπων

τα λυπημένα μωβ κεφάλια
έχουν ξεμείνει από μαγεία
χιλιάδες αδειανά μπουκάλια
για των ψυχών τους την υγεία

εγκλωβισμένες οι καρδιές τους
μέσα στα άρρωστα κορμιά τους
ανενεργες οι προσευχες τους
χωρίς νοήματα η μιλιά τους

μέσα στα νέφη που δακρύζουν
ακουμπισμένη η γενιά τους
τα μάτια πια δεν λαμπυρίζουν
και βασιλεύει η απονιά τους

άστοχοι στόχοι τσιμεντένιοι
σε πολυόροφη θητεία
συμμετρικοί, γεροδεμένοι
σε ατσαλάκωτη ευθεία

τα όνειρα έχουν μικρύνει
έχουν αλλάξει πια οι δείχτες
άπονος χρόνος καταπίνει
όμορφα λάθη και ξενύχτες.

σκέψεις[2]

Το ότι ορίζεις την αλήθεια
είναι ένα ψέμα επικό
μα όλα τα ψέματα του κόσμου
κρύβουν αλήθειας υλικό

το να ορίζεις το μυαλό σου
είναι υγεία λογισμού
για όλα τ' άλλα αναλώσου
χωρίς αρχεία ορισμού

μες της ζωής τα παραμύθια
όλα όσα μοιάζουν φωτεινά
τα ζεις σαν κάτι από αλήθεια
μα μύθοι γίνονται ξανά

όλα φιλτράρονται στα στήθια
από την άναρχη καρδιά
μα μη τα αγγίξει η συνήθεια
γιατί θα σβήσει η φωτιά...

Σιωπή

Το μυαλό θολώνει
τα μάτια κλείνουν
καμιά ελπίδα
δεν μου αφήνουν

η βροχή πέφτει
φυσά δυνατά
μες τον καθρέπτη
ο χρόνος πετά

τώρα τα λόγια
δεν έχουν αξία
σιωπή βαραίνει
με σημασία

ρηχού παρόντος
χειροβομβίδα
ανατινάζει
κάθε μου αχτίδα

μέσα στο νου μου
στριφογυρίζει
μικρή μου θάλασσα
με καθορίζει

και δεν μιλάω
για τίποτα πια
δεν φοβάμαι το θάνατο
και γελάω πλατιά.

Σαν σκυλί θα γυρνώ

Τα 'χω φτύσει παιδιά
μες τη νύχτα στεγνός
δυο κλωτσιές στα πλευρά
μα ξανά ζωντανός

σαν σκυλί θα γυρνώ
πότε δω πότε 'κει
να γαβγίζω βρισιές
μπας κι αλλάξει η ζωή

ξενυχτάω συνεχώς
κυνηγώντας στιγμές
έχω αντέξει πολλά
για δεκάδες ζωές

δεν με ξέρεις καλά
ούτε 'γω τώρα πια
να χαθώ θέλω τώρα
στα ξανθά σου μαλλιά

δεν με ξέρεις καλά
ούτε 'γω τώρα πια
μα το μόνο που θέλω
να σε πάρω αγκαλιά...

Μαραθονήσι

Σε ένα νησί ακατοίκητο
σε δρόμους της χελώνας
για μια ανάγκη μου ρηχή
της φύσης φυλακόβιος

εικόνες ανεκτίμητες
που δέρνει ο χειμώνας
μα σαν γυρίζει η εποχή
φύλακας και νυκτόβιος

σε ένα νησί σαν όνειρο
για αθώους παραβάτες
που στέκει καταχείμωνο
όρθιο μα χτυπημένο

από του αγέρα χαρακιές,
σε ισόβιας γης της πλάτες
θα κουβαλιέται πάντοτε
νησάκι αγαπημένο

σε ένα νησί αλύγιστο
ανέγγιχτο απ' το χρόνο
χίλιοι αιώνες διαδρομή
αδιάκοπη πορεία

με μια τυχαία σύμπτωση
μια συγκυρία μόνο
βρέθηκα τώρα αιχμάλωτος
σε οικειοθελή θητεία

σε ένα νησί ακατοίκητο
παραδεισένιο χώμα
σε παραλία γνώριμη
για μας τους μυημένους

αλλοτινές επιδρομές
θυμόμαστε ακόμα
παραμυθένιους έρωτες
στην ερημιά δωσμένους

σε ένα νησί ακατοίκητο
οικείο ερημονήσι
σε εποχή καλοκαιριού
χελώνας ορμητήριο

το όνομά του είν' αυτό
το λεν μαραθονήσι
και εγώ είμαι ένας φύλακας
σε οικολογίας μυστήριο

σε ένα νησί ακατοίκητο
οικείο ερημονήσι
φυσιολατρείας παράδεισος
μυστηριακή ιστορία

για το πανάρχαιο ερπετό
που έρχεται να γεννήσει
από ταξίδι μακρινό
θαλασσινή πορεία.

Έρωτας και θάνατος

Το χθες μα και το σήμερα
εικόνες του θανάτου
η νύχτα μόλις έφυγε
η μέρα ξεκινά

κιτρινισμένοι θεατές
στη ζούγκλα του αοράτου
με διαίσθηση και ένστικτο
ζωής, στο πουθενά

ο έρωτας κι ο θάνατος
σφραγίζουν τη ζωή μας
ο έρωτας δίνει φτερά
κι ο θάνατος ψυχή

με τα φτερά αλλάζουμε
διάθεση στη ζωή μας
και της απώλειας θεατές
ορίζουμε ζωή

και όταν κοιμάσαι, γίνεσαι
νόθο παιδί θανάτου
και όταν ξυπνάς αφήνεσαι
ξανά μες τη ζωή

ο έρωτας είναι ζωή
ο θάνατος σκιά του
όμορφο ψέμα κι όνειρο
δεν ζούνε για πολύ.

μικρό παράπονο

Μικρή καρδιά μου χάθηκα
φεύγει το καλοκαίρι
ξάφνου το γέλιο πάγωσε
πεθαίνω μεσημέρι

χίλιες εικόνες πέρασαν
τσακίστηκαν στα τείχη
έφυγε το φθινόπωρο
ζωή να σου πετύχει

εσύ είσαι πανέμορφη
κι εγώ δεν σου αξίζω
βαρύς χειμώνας χάνεται
μα ακόμα συνεχίζω

τα μάτια μου δακρύζουνε
η ψυχή μου υποφέρει
έφυγες με την άνοιξη
που βρίσκεσαι ποιός ξέρει...

Μέσα στου νου μου το χαμό...

Μέσα στου νου μου τον χαμό
παίζουνε μπάλα και κρυφτό
σκιές παιδιών σε συγκεντρώσεις
χιλιάδες σκέψεις μακρινές
της μοναξιάς οι κυριακές
και των ονείρων οι εκπτώσεις

όλα γυρίζουν στο μυαλό
σαν να χορεύουνε χορό
που δεν υπάρχει κι είναι εικόνα
και όσες στιγμές έχουνε 'ρθει
χάθηκαν πάλι στη στροφή
μες τα υπόγεια του αιώνα

μέσα στου νου μου το χαμό
στης αταξίας το χορό
παλιά παιχνίδια ξεπηδάνε
μιας ηλικίας παιδικής
και μιας ζωής εφηβικής
οι ροκ οι μπάντες να ξεσπάνε

όλα γυρίζουν στο μυαλό
στην ανεμόσκαλα που ζω
με ένα χαμόγελο θλιμμένο
τα καλοκαίρια τα παλιά
χρυσός κρυμμένος σε σπηλιά
σε έναν παράδεισο αλλαγμένο

μέσα στου νου μου το χαμό
το ακριβό και το φθηνό
οι καταιγίδες, οι λιακάδες
του χθες οι φλόγες, οι πληγές
του παρελθόντος χαρακιές
και των ερώτων οι ζαλάδες

όλα γυρίζουν στο μυαλό
τι κι αν μεγάλωσα εγώ
οι ώμοι κάπως με βαραίνουν
τα χρόνια φεύγουνε, περνούν
τα όνειρα μας προσπερνούν
και πριν το τέλος μας, πεθαίνουν

γι' αυτό κι αν τρέχει το μυαλό
ένα παράθυρο ανοιχτό
και μια καρδιά που ανασαίνει
θα με στηρίζει όσο ζω
όσο υπάρχω κι είμαι εδώ
μια φλόγα άσβηστη θα μένει

γι' αυτό κι αν τρέχει το μυαλό
και τα παλιά ανακαλώ
σε μια αδιάκοπη θητεία
ακολουθώ κάποια γραμμή
να δίνω αξία στη στιγμή
το χθες στου τώρα την ευθεία.

Κρατήσου από τα όνειρα...

Κρατήσου από τα όνειρα
από όνειρα λευκά
παίξε ξανά με τις ελπίδες
μείνε κι εσύ ένας τρελός
ένας απ' όλους τους τρελούς
που ψάχνονται ακόμη
που αντιστέκονται
στο ξεθώριασμα της σκέψης και του νου
μείνε μακριά απ' τα χαλάσματα
μείνε μακριά από τη θλίψη
του τέλειου κόσμου της εικόνας
συμβιβάσου μόνο με τον αρχέγονο θάνατο
και πάλεψε φανερά
ενάντια στην θολούρα των καλογυαλισμένων ερειπίων
αγάπησε αυτά που σε οδηγούν μέσα σου
λάτρεψε αυτά που σε γυρνούν στην καθαρή αλήθεια σου.

Ανίσχυρος και μόνος

Σαν σύγχρονος ερευνητής
στα χρόνια της ρουτίνας
κυνηγημένος αρχηγός
κατάδικος του τώρα

φυλακισμένος πειρατής
σε κάτεργα της Κίνας
απελπισμένος οδηγός
σε μια χαμένη χώρα

υπνωτισμένος θεατής
στημένων θεαμάτων
ξενυχτησμένος μαχητής
στα πλάνα ενός αγώνα

αλλοπαρμένος μαθητής
κρυμμένων νοημάτων
ιδεολόγος φοιτητής
του περασμένου αιώνα

σαν άοπλος πολεμιστής
αιχμάλωτος πολέμου
υποταγμένος σύντροφος
άνεργος δολοφόνος

συμβιβασμένος ποιητής
της φλόγας και του ανέμου
κοιτάζεις τώρα ανήμπορος
ανίσχυρος και μόνος.

Πρωτομαγιά

Πρωτομαγιά γεμάτη μνήμες
επίκαιρο το παρελθόν
χύσιμο αίματος για ελπίδες
για ένα γόνιμο παρόν

πρωτομαγιά ανθρώπων δράση
δικαίωμα κατακτημένο
για όποιον θέλει να αποδράσει
από άδικο κατεστημένο

πρωτομαγιά, ναι στην πορεία
φόρος τιμής για μιαν ευθύνη
μια θύμηση, μια ιστορία
για μια ελπίδα που έχει μείνει.

Στης αγάπης την προβλήτα

Μαύρα σύννεφα, βροχή
βούρκος, πόλεμος και αίμα
αναταράξεις, ανοχή
μίσος, θάνατος και ψέμα

μάτια σκοτεινές σπηλιές
αιματολάγνα ευφορία
οπλισμένες αγκαλιές
αρρωστημένη ιστορία

αιματοβαμμένη γη
χαρακώματα γεμάτη
πολεμοχαρής αρχή
γκρίζα στίγματα στο χάρτη

μαύρα σύννεφα οργής
μια ουράνια σκοτεινιά
η σκιά της φυλακής
και του κόσμου η απονιά

μες τα υπόγεια της ψυχής
στα κατάβαθα κρυμμένη
σαν ανάμνηση ευχής
μια ελπίδα καλυμμένη

κόντρα σε όλη τη μαυρίλα
και στη στοιχειωμένη ήττα
νίκησε όλη τη σαπίλα
στης αγάπης την προβλήτα.

Με τα φτερά του αετού

Θέλω να φύγω, να πετάξω
με τα φτερά του αετού
για να ξεφύγω από τη γη μου
για να ξεφύγω από παντού

θέλω να φύγω, να πετάξω
και ας καώ εκεί ψηλά
σαν ένας Ίκαρος ''φευγάτος''
λοιώνει,πεθαίνει και γελά

θέλω να φύγω, να πετάξω
με ένα φτερό στον ουρανό
σαν μια ελπίδα που ξεφεύγει
από ένα όνειρο φθηνό

θέλω να φύγω να πετάξω
σαν αετός και να σταθώ
πάνω από πόλεις, να φωνάξω
και στον αέρα να χαθώ.

Παραμένω εδώ

Παραμένω εδώ
με μια ελεύθερη θέση
η ζωή μου κυλά
με... σπασμένη τη μέση

καταρρέω εδώ
με ψηλά το κεφάλι
μαχαιρωμένος ξανά
με περήφανο...χάλι

τις στημένες στιγμές
που μου κρύβουν τον ήλιο
τις αφήνω σε σάς
για έναν ένδοξο...ύπνο

πάντα εδώ θα γυρνώ
κουρασμένος ξενύχτης
σιωπηλός, γελαστός
ξεπεσμένος αλήτης.

Μετράς τη θλίψη...

Μετράς τη θλίψη
με ποτό και με σιωπή
και δοκιμάζεις τη ψυχή σου κάθε μέρα

μοιάζει η ζωή σου
με σκοτάδι και βροχή
ψάχνεις μια διέξοδο
να φύγεις στον αέρα

μετράς τη θλίψη
μ' ένα δάκρυ που κυλά
χειροβομβίδα που τον χρόνο ανατινάζει

είναι η ανάμνηση
κορίτσι που γελά
μα ξεμακραίνει
κι ούτε πίσω δεν κυττάζει

μετράς τη θλίψη
σ' ένα πρόσωπο θλωμό
σκυφτό κεφάλι που αντίστροφα μετράει

μετράει τις ώρες
που οδηγούνε στο χαμό
θλιμμένος χρόνος
που τα όνειρα σκορπάει

μετράς τη θλίψη
με μια άχρωμη ματιά
μ' ένα χαμόγελο πικρό και γερασμένο

μετράς τη θλίψη
σε σωρούς από χαρτιά
χάρτινα αισθήματα
σε ποίημα ιδρωμένο.

Τα νησιά του χειμώνα

Σιωπή κυλάει στους χειμώνες
πόλεις-φαντάσματα σιωπούν
αναπολώντας καλοκαίρια
που φύγαν κι άλλα που θα 'ρθούν

ήσυχα στέκια με τσιγάρα,
μαύρος καφές τις Κυριακές
φεύγει ο καπνός απ' τα φουγάρα
κονιάκ, εικόνες και μεζές

μέρες μικρές, νύχτες μεγάλες
βροχές, ρουτίνα να κυλά
περιορισμένες οι κραιπάλες
και πιο συχνά τα σινεμά

κομμάτια γης υγρά, κρυμμένα
μέσα στου χρόνου τα σκοτάδια
μες στο χειμώνα είναι χαμένα
μέχρι να 'ρθουν τα ζεστά βράδυα.

Σιωπή επιχρυσωμένη

Σιωπή επιχρυσωμένη
σ' αερικών κοιλάδα
αόρατη Ελλάδα
θολή και ξοφλημένη

χαρακωμένη μοίρα
σε ένα καμένο δάσος
ένας κρυμμένος άσος
και ένα... μπουκάλι μπύρα

προβλέψιμο παιχνίδι
ζωή κατεψυγμένη
ανούσια επιμένει
γι' αυτό που ξέρεις ήδη

χιλιοειπωμένες λέξεις
εκβιάζουν εντυπώσεις
ό, τι έχεις να το δώσεις
και μη σε νοιάζει αν μπλέξεις

γι' αυτά που σε πονάνε
γι' αυτά που υποφέρεις
κι αν δεν τα καταφέρεις
κιθάρες θα ξεσπάνε

γι' αυτά που σε πικραίνουν
κρυφών και αοράτων
κακόβουλων τεράτων
που δρουν και ξεμακραίνουν

μνήμες ξεθωριασμένες
αδιέξοδοι οι δρόμοι
βαραίνουνε οι ώμοι
μα οι ελπίδες φυλαγμένες

σιωπή επιχρυσωμένη
και παρακμής συνέχεια
πνευματική ανέχεια
ρητορικά δωσμένη

μα πίσω απ' τη συνήθεια
τα κόκκαλα θα σπάζει
όλα θα τα αλλάζει
κάποια κρυμμένη αλήθεια

αυτήν να ανακαλύψεις
βαθειά να την πιστέψεις
θα πρέπει να διαλέξεις
τί θέλεις να αναδείξεις.

Η μόνη αλήθεια

Χιλιάδες ψέματα
μια η αλήθεια
άγνωστα πρόσωπα
μικρές χαρές
πόσα αποθέματα
με παραμύθια
κερνούν τη λάμψη τους
πολλές φορές

χιλιάδες ψέματα
μια η αλήθεια
άχρωμα βλέμματα
άδειες ματιές
τα λόγια ψεύτικα
σαν παραμύθια
λερώνουν τα όνειρα
και τις καρδιές

χιλιάδες ψέματα
μια η αλήθεια
άψυχοι άνθρωποι
μέρες κενές
οι σκέψεις άχαρες
σαν τη συνήθεια
σκέψεις παράλογες
μηδαμηνές

χιλιάδες ψέματα
μια η αλήθεια
χιλιάδες θάνατοι
για μια ζωή
για ένα παράπονο
και μια συνήθεια
η μόνη αλήθεια μου
είσαι εσύ.

σκέψεις...

Ουρανός και θάλασσα
αέρας και νερό
απόλυτη σιωπή
απέραντο κενό

γαλήνη και ερημιά
φως και σκοτεινιά
ζωή μου στον αέρα
με διαπερνάς σαν σφαίρα

γαλάζιο του ουρανού
στο απέραντο του νου
βουβή μου καταιγίδα
καταστροφή ή ελπίδα

στης θάλασσας τα βάθη
διαλύονται τα λάθη
όνειρα με ταυτότητα
είναι η πραγματικότητα

ουρανός και θάλασσα
αέρας και νερό
με τη βροχή ενώνονται
στο άχρονο κενό

και εγώ στη λάμψη της ματιάς
σκάβω πληγή στο χρόνο
και τη γεμίζω δάκρυα
και τη γεμίζω πόνο...

Όταν χαράζει...

Όταν χαράζει
και του ονείρου οι κοιλάδες
έχουν χαθεί
σε κρυφούς κόσμους του αοράτου
όλοι εμείς
της νύχτας οι φυγάδες
έχουμε φύγει
απ' τη σκιά κρυφού θανάτου

είναι ο θάνατος
στου ονείρου μας τις πρόβες
που αναζητούμε
να τον ζούμε κάθε βράδυ
και όταν φεύγει
μας αφήνει χαραγμένο
ένα χαμόγελο
παραδεισένιο χάδι

όταν χαράζει
και της νύχτας τα βαγόνια
χάνονται, σβήνονται
στα φώτα της ημέρας
όλοι εμείς παντοτινοί
συνοδηγοί στα χρόνια
είμαστε αιχμάλωτοι-εκδρομείς
πειρατικής γαλέρας

και όταν ο θάνατος
γίνει ένα με το τώρα
και μας αλλάξει
μια για πάντα την τροχιά
μπορεί να φτάσουμε
στου Άγνωστου τη χώρα
και να γνωρίσουμε
Άλλου κόσμου τη φωτιά.

Σημάδι

Είναι μαύρο σημάδι
αυτό που είδα γραμμένο
σε τοίχο είναι δωσμένο
σε φυλακή του Άδη

κατάμαυρο αηδόνι
στα αυτιά μου ζωγραφίζει
αντίλαλος γυρίζει
το νου μου κηλιδώνει

οσμή από φρέσκο χώμα
πληγή που ζωντανεύει
σαν κύμα που θεριεύει
όσο αντέχω ακόμα

κρωγμός από κοράκι
τον θάνατο ξυπνάει
στον ύπνο μου γυρνάει
με τρώει σαν σαράκι

αυτό είναι σημάδι
σαν παγωμένο βλέμμα
μια λίμνη από αίμα
στοιχειώνει το σκοτάδι...

Αγάπησα τη θάλασσα

Αγάπησα τη θάλασσα
χωρίς αρχή και τέλος
με μιαν αλμύρα στην ψυχή
γεννήθηκα εγώ

ζωή μου κι αν σε χάλασα
ουλή από μαύρο βέλος
να μου θυμίζεις μαχαιριά
σε πλοίο φορτηγό

μέσα σε μπαρ στο Λίβερπουλ
αγόραζα τη νύχτα
ζεστά κορμιά σεργιάνισα
αυγές του λιμανιού

με μια σου μνήμη, μέθυσα
με ουίσκι και ξενύχτια
ξημέρωμα σε αντάμωσα
στο δάκρυ του βυθού

στη Νάπολη ένα χάραμα
σε είδα στ' όνειρό μου
στο Μπάρι σε συνάντησα
έτσι στα ξαφνικά

στου νότου το οικείο φως
καταμεσίς του δρόμου
μου είπες ''πάντα σ' αγαπώ''
σε αρχαία ελληνικά

στο Άμστερνταμ, στο Κονακρύ
στη Μάλτα, στην Σανγκάη
με φορτηγό που χάνεται
στου Ορίζοντα την πλάνη

ταξίδια για ένα όνειρο
που πέρασε και πάει
και τώρα εξαργυρώνεται
στης μνήμης το λιμάνι

τα κύματα κι ο ήχος τους
παιδιά που ψηθυρίζουν
κάποιο κρυμμένο μυστικό
με δέος και απορία

τα μάτια μου δακρύζουνε
γι' αυτούς που δεν ελπίζουν
πίσω από υγρό θάνατο
κρύβεται μια ιστορία

θλιμμένα μαύρα σύννεφα
που σμίγουν με τη νύχτα
σ' ένα σινιάλο αφήνομαι
σκιά είμαι του χειμώνα

μες τα ταξίδια χάνομαι
στων καραβιών τα δίχτυα
μαζεύω ώρες και στιγμές
και ντύνω τον αιώνα.

Τρέξε

Μέσα σε ήχους με αλλόκοτη μαγεία
πάντα βουτάει το μυαλό μου με ορμή
με προστατεύει κάποια σύγχρονη αγία
λόγο δεν δίνω σε κανέναν και αφορμή

μεταμοντέρνα καλοκαίρια, με εισιτήριο
σε συναυλία μεθυσμένων τζιτζικιών
βρίσκομαι τώρα σε φρικτό βασανιστήριο
κλείνομαι πάλι μες το άσυλο τρελών

κυνηγημένος σαν σκυλί τώρα γαυγίζω
μετά σου πρήζω τα συκώτια με φιλιά
μέχρι να φτάσει το πρωί σου ψηθυρίζω
πως σ' αγαπώ με το κεφάλι στη θηλιά

λευκοί χειμώνες, χιονισμένες παραστάσεις
μένεις γυμνή μες του μυαλόυ μου την οθόνη
τρέξε, προσπάθησε, μια μέρα θα με φτάσεις
μα θα με βρείς νεκρό, ακίνητο στη σκόνη.

Τεχνητές χαρές

Σου 'παν να φέρεις ''το χαρτί''
αν θες να ''φτιάξεις ώρες''
και συ ''σωστός'' όπως παλιά
φέρθηκες καθαρά

συλλογιζόσουν στη σιωπή
κρύες αυγές και μπόρες
τα χρόνια σου που έκλεισες
σε ασπρόμαυρα κελιά

την κόλαση αντάμωσες
σε κρύα λευκά αλώνια
αίμα χυμένο κι όνειρα
χαμένα στη ροή

μα είναι στημένος ο χαμός
από συνήθεια αιώνια
ελευθερία στον θάνατο
μα λείπει το γιατί

η μέρα σου χαράζεται
σε σάπια καλοκαίρια
είναι οι χειμώνες σου φρικτοί
σε σκίζουν μαχαιριές

κομμένες φλέβες αδειανές
στα ξύλινα τα χέρια
και μόνη σου ανάμνηση
οι κρύες φυλακές.

Αέρας

Πάντα ο αέρας θα φυσά
μέσα στη δίνη του χαμού
μέσα στην τρέλα του θυμού
σε συντροφεύει

τι κι αν ο χρόνος σε χτυπά
το καλοκαίρι σε μεθά
σε κυριεύει

πάντα ο αέρας θα φυσά
μέσα στο κλάμα ενός παιδιού
μες το μυαλό ενός τρελού
θα ταξιδεύει

τι κι αν ο πόνος αρχινά
ένα χαμόγελο ξανά
στρατοπεδεύει

πάντα ο αέρας θα φυσά
μες το κελί της φυλακής
μες τα υπόγεια της ψυχής
παντού τρυπώνει

τι κι αν η μοναξιά χτυπά
πάντα η ελπίδα σου μιλά
σε ελευθερώνει

πάντα ο αέρας θα φυσά
μέσα στου τώρα τη σκουριά
της εποχής μας τη βρωμιά
θα καθαρίζει

τι κι αν το σκότος κυβερνά
πάντα η ψυχή σου θα νικά
αν σε ορίζει.

Κλειδωμένος

Κλειδωμένος στης ρουτίνας σου την διάσταση
εγκλωβισμένος σε στιγμές που δεν γουστάρεις
περιμένεις με λαχτάρα μιαν ανάσταση
που θα λυτρώσει την ψυχή σου, θα ρεφάρεις

τσακισμένος πάνω στις πέτρες της σιωπής σου
τυφλωμένος απ' τα φώτα της συνήθειας
θέλεις να κάψεις το στενάχωρο κελί σου
και να καείς από τα φώτα της αλήθειας

κουρασμένος απ' τις ώρες της ζωής σου
πικραμένος από λεκτικές ριπές
ψάχνεις το χρόνο να καθαρίσεις την ψυχή σου
να λυτρωθείς από ανέξοδες ευχές

είσαι χαμένος στον καπνό σου
μπρος το κατώφλι του χαμού
φαντάζεσαι το θάνατό σου
ή τη χαρά του λυτρωμού.

Ένα τραγούδι για τον Θρύλο

Είναι το στήριγμα
στο κόκκινο λιμάνι
μια ιστορία που ισοδυναμεί με φως
για όλους αυτούς
που αγάπήσανε με πάθος
και συνεχίζουν να αγαπούν
ένας θεός

είναι το κόκκινο και το άσπρο
της καρδιάς μας
για όλους εμάς
που μας αγγίζει δυνατά
που έχουμε χύσει χίλια δάκρυα
και άλλα τόσα
για τα αδέρφια μας της θύρας της 7

είναι η ομάδα ερυθρόλευκων πιστών
όλων ημών
της δαφνοστέφανης μορφής
που μια ζωή τον ΘΡΎΛΟ μας ακολουθούμε
όμορφο όνειρο στην τρέλα της ζωής.

Για τα παιδιά

Είναι οι άγγελοι με σάρκα και οστά
μικρά παιδιά σαν τα ανθισμένα τα λουλούδια
καθαρά πρόσωπα χαμόγελα ζεστά
μες τη ζωή μας την πεζή γλυκά τραγούδια

μέσα στα μάτια τους η αλήθεια κατοικεί
μικρά ματάκια που κοιτούν με απορία
όλο ρωτούν να μάθουν για το καθετί
γέλια και κλάματα, παιχνίδι,φασαρία

είναι ο κόσμος των παιδιών ιδανικός
μέσα σε γήπεδα, αλάνες και σχολεία
φορέας ελπίδας, προσδοκίας οδηγός
για ένα μέλλον χωρίς φθήνια και ευκολία

σε έναν κόσμο σίγουρα όχι ιδανικό
σε κόσμο στάσιμο σε επίπεδο ευθύνης
τα παιδιά δείχνουν έναν δρόμο φωτεινό
δρόμο χαρούμενο,ελπίδας και ειρήνης.

Μια θάλασσα ποτά

Μια θάλασσα ποτά
μου καιν' τα σωθικά
η νύχτα κατεβαίνει
γυναίκα στολισμένη

αμέτρητες εκπλήξεις
και πως να τις τυλίξεις
συσκευασίες δώρου
στενά τα όρια χώρου

πάντα τα ίδια λάθη
μα αλλού είναι το αγκάθι
να αναμοχλεύεις μνήμες
να συντηρείς ελπίδες

μια θάλασσα ποτά
μου καιν' τα σωθικά
η νύχτα με τυλίγει
κάποιες φορές με πνίγει

τα όμορφα τα χρόνια
ολόλευκα σεντόνια
έτσι χωρίς αιτία
άγια μου αλητεία

αγάπες δίχως όρια
τα όνειρα πελώρια
με οδηγούν στα ύψη
στιγμές που μου 'χουν λείψει

μια θάλασσα ποτά
μου καιν' τα σωθικά
νύχτα πιστή μου φίλη
γλυκόπικρά μου χείλη

ζωή γυρνάς σελίδες
διαχρονικές μου ελπίδες
ο δρόμος συνεχίζει
πορείες να χαρίζει

αυτό είναι το ταξίδι
αληθινό παιχνίδι
η νύχτα με φιλά
κορίτσι που γελά

μια θάλασσα ποτά
μου καιν' τα σωθικά
τα μάτια μου ανοίγω
σηκώνομαι να φύγω

δεν έχω που να πάω
πάντα εδώ γυρνάω
μόνος ή με παρέα
ζωή μου είσαι ωραία

αυτό είναι το ταξίδι
αληθινό παιχνίδι
ο χρόνος οδηγεί
σώμα, μυαλό, ψυχή.

Ταξιδεύω

Χάραξα στο μπράτσο μου ένα φως
να φέγγει όταν γυρνάω μες τα όνειρα
νοιώθω να με πνίγει ο όυρανός
και ταξιδεύω αναπολώντας τα υπόγεια

χάραξα στο μπράτσο μου ένα δάκρυ
για συντροφιά όταν θα μένω μοναχός
νοιώθω να με πνίγει η συνήθεια
και ταξιδεύω αναζητώντας την αλήθεια

χάραξα στο μπράτσο μια αυγή
να ξημερώνει όταν με τρώει το σκοτάδι
νοιώθω να με πνίγει η αδιέξοδη γη
και ταξιδεύω να γνωρίσω το φεγγάρι.

Ταξίδι ζωής

Συνεχώς ταξιδεύω
τόσα χρόνια στο δρόμο
η ζωή ακολουθεί
με σακάκι στον ώμο

πάντα θα ταξιδεύω
έτσι χωρίς σκοπό
ό,τι αγαπώ το παιδεύω
μα δεν κάνω κακό

ατελείωτος δρόμος
άγνωστη διαδρομή
η χαρά ή ο τρόμος
κυβερνούν τη στιγμή

πότε ευθεία πορεία
πότε χίλιες στροφές
η ζωή είναι εμπειρία
με χιλιάδες μορφες

ξημερώματα μόνος
χωρίς φώτα και λάμψη
με κυκλώνει ο πόνος
μα με σώζει η αγάπη

προς το μέσον της μέρας
στα μισά της ζωής
με ζυγώνει μια θλίψη
φυλακισμένης πνοής

πως περάσαν τα χρόνια
μήνες, μέρες, στιγμές
πως χαλάσαμε έτσι
με φθηνές αφορμές

στο καθάριο ποτάμι
ιδεών, σκέψεων,ευθύνης
ας κολυμπήσουμε πάλι
για λίγες ώρες γαλήνης

συνεχώς ταξιδεύω
μες στους δρόμους γυρνώ
την ψυχή μου ξοδεύω
τη ζωή προσκυνώ.

Μου 'χεις λείψει

Όμορφη κούκλα των ματιών
και των χαμένων ταξιδιών
μαύρα μου μάτια δακρυσμένα
μικρός καημός της Κυριακής
της ταξιδιάρας της ψυχής
μάτια-βαπόρια αγαπημένα

όμορφη κούκλα της αυγής
και μιας κατάλευκης ευχής
είκοσι χρόνια χαραγμένα
πάνω στου χρόνου τη ρωγμή
είκοσι χρόνια διαδρομή
μέσα στα είδωλα τα ξένα

μικρή μου, άνοιξης οσμή
μικρή μου άδολη στιγμή
μες του χαμού την καταιγίδα
είσαι της μοίρας μου η φωνή
είσαι ολόλευκο πανί
που με καλεί, μου δίνει ελπίδα

όμορφη κούκλα της καρδιάς
και της κρυμμένης μοναξιάς
με 'χει κυκλώσει τώρα η θλίψη
χιλιάδες κύματα περνώ
να σε εντοπίσω, να σε βρω
γιατί ψυχή μου μου 'χεις λείψει.

Σαν χρονοταξιδιώτης

Σαν φτερωτός θεός
Ερμής και Αθηνά
σελώνω πρωινά
τα ηλεκτρικά μου άτια

της νύχτας ναυαγός
υψώνομαι ξανά
ρυθμίζω τη χαρά
με ονειροχώρου χάπια

πολίτης άδειας γης
μετράω αντοχές
σκορπίζομαι στο χθες
εξαργυρώνω ώρες

της νέας εποχής
καίω τις ενοχές
βουτάω τις αυγές
στου ονείρου μου τις χώρες

στην τρέλα μου πιστός
αντέχω τις πληγές
του τώρα και του χθες
σαν Προμηθέας δεσμώτης

δεινός ονειρευτής
θα κουβαλάω φως
στο χρόνο ναυαγός
σαν χρονοταξιδιώτης.

Φουρτουνιασμένες σκέψεις

Φουρτουνιασμένη η σκέψη μου
ματώνει τη σιωπή
η νύχτα χρεωκόπησε
γέρασε στη στιγμή
γέμισε με κατάγματα
ξέρασε τη ζωή

φουρτουνιασμένες λέξεις μου
πληγώνουν τις ευχές
πεθαίνουν τα χαράματα
αγάπες κι έρωτες
γεμίσανε με τραύματα
οι όμορφες στιγμές

φουρτουνιασμένα όνειρα
κόλλησαν στη βροχή
γεράσανε, χαλάσανε
χάσαν' τη διαδρομή
στολίδια για το μέλλον
σκορπίσανε στη γη.

Μια παγωμένη νύχτα

Μες το σκοτάδι
σε μια φυλακή
κλαίει συνέχεια
μα αυτό που θα 'βγει;

τρελή μανία
τρελές ενοχές
για μια ιστορία
που μένει στο χθες

μπουκάλια σπασμένα
το σώμα γυμνό
κοιτάζει χαμένα
το βλέμμα κενό

τώρα το αίμα
απ' το σώμα του τρέχει
φωνάζει, ουρλιάζει
πως δεν αντέχει

είναι χρόνια κλεισμένος
μες το κελί του
ζωή έχει σκοτώσει
μα αυτή είναι η ζωή του

το φεγγάρι πέφτει
στο δρόμο χύμένο
θολώνει το φως του
αρρωστημένο

η σιωπή έχει πέσει
σημάδι από ώρα
το σώμα πεσμένο
ακίνητο τώρα

έξω το χιόνι
πέφτει πυκνό
παγωνιά στον αέρα
και στο κελί το φρικτό

η σιωπή χαράζει
τη δική της πορεία
σαν σημάδι θανάτου
στη θλιβερή ιστορία

είναι χρόνια κλεισμένος
μες το κελί του
ζωή έχει σκοτώσει
μα αυτή είναι η ζωή του

Ύμνος στη ζωή

Ζωή είναι του ήλιου
το κίτρινο το φως
που μας φωτίζει

ζωή είναι η σκέψη
που στο χρόνο πίσω
μας γυρίζει

ζωή είναι η πίκρα
που την ψυχή μας
την ματώνει

είναι η ελπίδα
που τη νύχτα
ξημερώνει

ζωή είναι ο αγέρας
που φυσάει
και καθαρίζει

την καταχνιά
που τη ψυχή μας
καθορίζει

ζωή είναι ο στίχος
που τον νού μας
τον χαράζει

και σαν σημάδι πια
την σκέψη μας
αλλάζει

ζωή είναι η νύχτα
που τελειώνει,
ξημερώνει

γίνεται μέρα
και το δάκρυ μας
στεγνώνει

ζωή είναι το μικρό παιδί
που πέφτει
και το πόδι του ματώνει

είναι το δάκρυ
που στο μάγουλο
απλώνει

ζωή είναι η τρέλα
που ο καθένας
κουβαλάει

που τον φωτίζει
και του δείχνει
πού να πάει

ζωή είναι τελικά ο χρόνος
που αδυσώπητα
γυρίζει

και που ποτέ
δεν σταματά
μα όλο συνεχίζει.

Ερωτευμένος

Όπου και να 'σαι τώρα
και τη ζωή σου υφαίνεις
τον κόσμο ομορφαίνεις

όπου κι αν χαραμίζεσαι
στου κόσμου την πλημμύρα
είσαι η δική μου μοίρα

είναι η μορφή σου δάκρυ
μες στο μυαλό μου χύνεται
για τα όνειρα ευθύνεται

δεν έχει η αγάπη άκρη
τον χρόνο ακυρώνει
τον θάνατο σκοτώνει

Ο χρόνος ζωγραφίζει
τα πρόσωπα τα σώματα
μα η αγάπη ανθίζει
χαμόγελα και χρώματα

Φυλακή

Ποτέ ξανά αυτός ο αέρας
δεν θα φυσήξει ελευθερία
αρρωστημένες υπόγειες νότες
έχουν ποτήσει τη φυλακή

ποτέ η αγάπη δεν θα περάσει
με χίλιους κρότους για συνοδεία
ένα παράπονο θολή αιτία
αχαριστία για μια ζωή

ποτέ η μέρα δεν ξημερώνει
θλιμμένη νύχτα βαθειά σιωπή
χειμώνες άπειροι άνθρωποι μόνοι
με γονατίζει βαρέιά σιωπή

ποτέ ο πόνος δεν μαλακώνει
δάκρυα ποτάμια αίμα βροχή
μαύρος κατάμαυρος ήλιος με λειώνει
με απανθρακώνει χωρίς ψυχή.

Παράξενη βόλτα

Βόλτα στο γκρίζο απόμακρο
σε ένα τυφλό παρόν
ανενεργή μου αίσθηση
ανύπαρκτη ελπίδα

γυρίζω πίσω άπραγος
κοιτάω στο παρελθόν
μα αυτό μεταμορφώνεται
σε ατέλειωτη παγίδα

με ό,τι μου απέμεινε
από υλικό ψυχής
συνέχισα το δρόμο μου
σε άγνωστη πορεία

σε διάσταση εναλλαχτική
αρχέγονης ευχής
απόθεσα το χρόνο μου
σε ά'υ'λη ευκαιρία

εξα'υ'λομένη μου τροχιά
στου ονείρου μου το πλάνο
άχρονης λάμψης άστρο μου
όμορφη διαδρομή

οριοθετώ τη βόλτα μου
ολοταχώς για επάνω
μα δεν αγγίζω τίποτα
μονάχα τη στιγμή.

Έτσι απλά

Είναι ο χρόνος ακριβός
είναι πολύτιμη η ώρα
είναι τα όνειρα φθηνά
δεν προλαβαίνουν να 'ρθουν τώρα

είναι η χαρά πλέον μικρή
δεν έχει η λύπη φαντασία
βουτιές σε θάλασσα ρηχή
και δεν υπάρχει πια ουσία

δεν έχει τώρα η μέρα χρώμα
η νύχτα φεύγει σιωπηλή
κι εσύ δεν μ' αγαπάς ακόμα
ούτε μ' αγάπησες πολύ

και τα τραγούδια δεν μιλάνε
τώρα για αγάπη αληθινή
μηχανικά μας προσπερνάνε
χωρίς ψυχή χωρίς φωνή

φεύγω λοιπόν χωρίς αντίο
έτσι απλά και σιωπηλά
εξαφανίζομαι στο κρύο
κλείνει ένας κύκλος ... έτσι απλά

Οι πορείες έχουν χαραχτεί

Κρύβονται οι μέρες
χάνονται οι ώρες
καταρρέουν οι ψυχές

σφραγισμένα χείλη
και μάτια που λαμπυρίζουν
από τα τελευταία δάκρυα

φορτωμένες οι εποχές
από πολύχρωμες ρουτίνες
που διαρκώς εναλλάσονται

ο χρόνος διακωμωδεί τη σημαντικότητα
και πληθαίνει τις μνήμες

όλα τα χρώματα κάποτε ξεθωριάζουν
οι αιτίες όμως πάντα θα μένουν

τα συναισθήματα κάποτε αλλάζουν
όμως οι πορείες έχουν χαραχτεί.

Τέλος εποχής

Τέλος εορτών ανέμελων στιγμών
τρέχεις να σωθείς στην άκρη αυτής της γης

τέλος καλοσύνης βολικής ειρήνης
φεύγεις να γλυτώσεις αρχίζουν οι στρεβλώσεις

τέλος αθωότητας άδολης ενότητας
σε πνίγει ένας τρόμος της μοναξιάς ο δρόμος

τέλος εποχής και κάθε λογικής
χάνεσαι μακρυά δεν αντέχεις πια

τσιγάρο

Ανάβω ένα τσιγάρο
σύννεφο του θεού μου
τα χίλια σκαλοπάτια
ανοίγονται μπροστά

αυγή ξενυχτησμένη
στα πέρατα του νου μου
όνειρα ξεχασμένα
γελάνε δυνατά

ανάβω ένα τσιγάρο
επάνω στη σελήνη
φυλακισμένα λόγια
εβγάλανε φτερά

και μέσα από τη σκόνη
διακρίνεται εκείνη
μου παίρνει όλη τη λύπη
μου φέρνει τη χαρά

ανάβω ένα τσιγάρο
μονάχος ταξιδεύω
να βρω την ηρεμία
σε διάφανο κελί

παρόν και φαντασία
γουστάρω να μπερδεύω
πετάω στον αέρα
με ιπτάμενο χαλί...

thriler

Χορεύει η θλίψη φυσαλίδα του θανάτου
μικραίνει η φλόγα απ' την ανάσα των θηρίων
μες στους διαδρόμους νεκρικών κοιμητηρίων
στριφογυρνάς σαν ναυαγός στο πέρασμά του

πεθαίνει η μέρα μ' ένα φύσημα τ' ανέμου
σ' ένα υπόγειο ξεχασμένο το φυτίλι
τίποτα πια δεν περιμένεις να σου στείλει
να ξαναζήσεις την ανάσα του πολέμου

χορεύει η θλίψη ένα μπλούζ των κρεμασμένων
κρατάς συνθήματα των τοίχων στη μασχάλη
σπάζεις στο τοίχο ένα γυάλινο μπουκάλι
σκόρπια μηνύματα θαλασσινών χαμένων

χωρίς διλήμματα, χωρίς επαναλήψεις
μόνο μια απόμακρη φωνή σε διαπερνάει
σε καταπίνει, σε τρελαίνει σε πονάει
μα αντιστέκεσαι στου ονείρου τις αφίξεις

χορεύει η θλίψη σ' ένα thriler του σαββάτου
κρύβεται ο χρόνος τρομαγμένος στο συρτάρι
φωτιά φουντώνει και τυλίγει το φεγγάρι
μπροστά σου απλώνεται η σκοτεινή πλευρά του

ξεθωριασμένος κωδικός σ' ένα φλιτζάνι
στο κατακάθι του αυτό που σου 'χει λείψει
μέσα στον άνεμο χορεύει τώρα η θλίψη
χωρίς καφέ, χωρίς τσιγάρο και μελάνι.

Αγόρασα τα δάκρυα σου

Αγόρασα τα δάκρυα σου
με αντίτιμο τις νότες
τραγούδια που σου έπαιξα
με πληγωμένα λόγια

κατεστραμμένα όνειρα
για κάλπικους ιππότες
που η ζωή κι η εποχή
τους 'κλείσαν στα υπόγεια

αγόρασα τα δάκρυα σου
με στίχους που ανασαίνουν
με λόγια που σ' αγκάλιασαν
σαν δυο φτερά στους ώμους

μα οι ελπίδες που με λύτρωναν
στο άγνωστο πηγαίνουν
ξενυχτησμένοι εραστές
που έχασαν τους δρόμους

αγόρασα τα δάκρυα σου
με ένα φιλί στα μάτια
με μια αγάπη απόλυτη
ενεργειακή οβίδα

μα τα δικά σου όνειρα
αφόρητα παλάτια
και από στεριά μου γνώριμη
έγινες Ατλαντίδα

αγόρασα τα δάκρυα σου
και τα 'χυσα στο χώμα
σε μια απρόσιτη αυλή
σ' απάτητη νησίδα

κι αν το κορμί σου έχασα
θα σε θυμάμαι ακόμα
με ένα ρεμπέτικο παλιό
μικρή μου καταιγίδα.

Αναγνώστες

Αρχειοθήκη ιστολογίου