Παρασκευή 21 Δεκεμβρίου 2012

Μέσα απ' τα μάτια των παιδιών

Μέσα απ' τα μάτια των παιδιών
τους μύθους θα αγαπήσεις,
θα απλώνεις την αλήθεια τους
επάνω στις πληγές σου,

ο κόσμος σου αρχιπέλαγος
πασχίζοντας να ζήσεις,
στα παραμύθια χάνεσαι
ψάχνοντας τις αυγές σου.

Μέσα απ' τα μάτια των παιδιών
θα βλέπεις τα όνειρά σου
στο κόκκινο, στο πράσινο,
στο μπλε σου βαφτισμένα,

αστέρια μες τα σύννεφα
είναι τα οχυρά σου,
σημάδια νέας άνοιξης
στον ουρανό κρυμμένα.

Μέσα απ' τα μάτια των παιδιών
τις μέρες σου ζεσταίνεις,
βάζεις φωτιά στα λάφυρα
που έχουν απομείνει,

τα ξεχασμένα θαύματα
θα βρίσκεις, θα ανασταίνεις,
για μια Αντιγόνη που τολμά,
για πονεμένη Ισμήνη.

Μέσα απ' τα μάτια των παιδιών
σμιλεύεις τις ελπίδες,
με αθώα νιότη, δύναμη,
ζωή που περισσεύει,

σε παραμύθια με σπαθιά
με κοφτερές λεπίδες,
τραυματισμένη η εποχή,
συνέχεια λιγοστεύει.

Κυριακή 25 Νοεμβρίου 2012

Ο τόπος μου δελφίνι

Μες το απυρόβλητο του χρόνου που γερνάει,
μέσα στου κόσμου την τεράστια φυσαλίδα,
μέσα από σμήνος μελισσών το φως περνάει,
για άλλη μια μέρα γράφει ακόμα μια σελίδα.

Μέσα στο άρρωστο κορμί γήινου μάγου,
που ξεπουλάει στο σφυρί την οικουμένη,
μέσα στα δάση του Διονύσου και του τράγου
χαμένη αχτίδα κάποιον ήλιο περιμένει.

Μέσα στο πέτρινο ταξίδι των στοιχείων,
γλυπτών εικόνων, των ανέμων που σαρώνουν,
αρχαίες μνήμες της καρδιάς και των αρχείων
για αιώνιους μύστες που μεθούν και χαλαρώνουν.

Μες το πανάκριβο της αύρας το ποτάμι,
μες του Απρίλη το ηλιόφερτο τοπίο,
πιστόλι αέρινο με ανάσα στη θαλάμη
πυροβολεί κάθε κρυμμένο προσωπείο.

Μέσα από δάκρυα των ματιών που ζεματάνε,
σκορπούν τις μέρες στου ορίζοντα την άκρη,
σμήνη γεράκια και αετοί παντού πετάνε,
της νύχτας γύπες ξενιτεύουνε το δάκρυ.

Μες το απόρθητο το κάστρο που με σμίγει
με τις σκιές που με στοιχειώνουν κι αναμένουν,
πυκνή ομίχλη με σκεπάζει, με τυλίγει
και οι φωνές των αντιλάλων επιμένουν.

Μες το απυρόβλητο του χρόνου που γερνάει,
μέσα στου κόσμου την τεράστια φυσαλίδα,
σε αγέλες λύκων και ελαφιών το φως περνάει
και κάθε μέρα θα γεμίζει μια σελίδα.

Μέσα στο απέραντο του χρόνου που με ζώνει,
πάνω στο κύμα που με λούζει, με δροσίζει,
αυτό τον τόπο θ' αγαπώ κι ας με σκοτώνει
και ας με ξεχνά, με ξεπουλά και μ' αφορίζει.

Μέσα στο απέραντο του χρόνου που με αφήνει
πάνω στο χώμα που φιλώ σαν φυλαχτό μου,
καράβι η μοίρα και ο τόπος μου δελφίνι,
για να με σώζει ως που να βρω το θάνατό μου.

Κυριακή 28 Οκτωβρίου 2012

Ελπίδα

Κρεμάω στον τοίχο τη χαμένη σου εικόνα,
σε ξαναφέρνω με ένα σκίτσο ζωγραφιά,
μορφή χαμένη σε καπνούς και δακρυγόνα,
τραυματισμένη από ανθρώπινα καρφιά.

Κολλάω στο τζάμι την κρυμμένη σου αφίσα
για μια παράσταση που κάηκε απ' το φως,
σε ξαναβρίσκω σε νυχτιά, σκοτάδι πίσσα,
να καταρρέεις σε ένα ψέμα συνεχώς.

Φέρνω ξανά σε μια κατάλευκη επιφάνεια,
με σκέψη ανόθευτη σε τόπο φωτεινό,
καρδιά πανάκριβη, χαμένη περηφάνεια,
σ' ένα ταξίδι της ψυχής μου αληθινό.

Κρεμάω στον τοίχο τη χαμένη σου εικόνα,
σε ζωντανεύω σ' έναν κόσμο από χαρτί,
κρυμμένη χρόνια σε απρόσιτη κρυψώνα,
εγκλωβισμένη σε παράξενα γιατί.

Σε ξαναφτιάχνω σ' ένα σύννεφο και πάλι,
βροχούλα χάρτινη σε διάφανη εποχή,
πίσω απ' τον ήλιο μια ζωή ξαναπροβάλει,
γεμίζει μνήμες και αρχίζει απ' την αρχή.

Σε ξαναγράφω σε μια ατέλειωτη σελίδα,
ευχή που απλώνει και γλυκαίνει το θυμό,
φτερό στο χρόνο, μια μικρή φωτοβολίδα,
ελπίδα αέρινη που φέρνει λυτρωμό.

Παρασκευή 26 Οκτωβρίου 2012

Ένα νησί θα περιμένεις

Άπειρα χρόνια μεγαλώνεις,
μέσα σε θάλασσες φωλιάζεις,
του χρόνου τ' άλογο σελώνεις
κι όλο τον κόσμο αγκαλιάζεις.

Άσπονδοι φίλοι σε πληγώνουν,
σε σιωπηλές περιπολίες,
μαχαίρια μαύρα σε καρφώνουν,
σκουριάζουν τώρα κι οι φιλίες.

Ένα νησί θα περιμένεις,
μετράς τους ήλιους σου και βρίζεις,
σαν μελωδία επιμένεις,
και σαν τα κύματα αφρίζεις.

Γνώριμα χρόνια σαν τσιγάρα,
μες τα πακέτα εγκλωβισμένα,
θέλουν ν' άναψουν σαν φουγάρα,
και να τελειώσουν αναμμένα.

Ζεστές γυναίκες σε τρελαίνουν,
σε άλλες στιγμές σε ξεπουλάνε,
τα καλοκαίρια σε πικραίνουν
όταν για αγάπες σου μιλάνε.

Ένα νησί θα περιμένεις,
μετράς τους ήλιους σου και βρίζεις,
με μια κιθάρα επιμένεις,
το παρελθόν σου να θυμίζεις.

Όμορφα χρόνια κουρασμένα,
απ' την αγάπη που τα τρέφει,
μαζί με σένα χαρισμένα
σε μια ζωή που τα ανατρέφει.

Αστέρια, θάλασσα κι αέρας,
τον εαυτό σου δοκιμάζουν,
φτάνει ο καιρός μιας άλλης μέρας
που λες τα χρόνια ωριμάζουν.

Ένα νησί θα περιμένεις,
μετράς τους ήλιους σε μια χώρα,
κορμί μιας νιότης μεθυσμένης,
μένεις παιδί άλλη μιαν ώρα.

Όμορφα χρόνια σαν καράβια,
σαν το νερό αργοκυλάνε,
μες τη σκουριά, μες τη μοράβια,
για μια στεριά θα σου μιλάνε.

Αστέρια, θάλασσα κι αέρας,
γίνονται σύννεφο και σκόνη,
φτάνει η στιγμή μιας άλλης μέρας,
που την ψυχή σου ξεσηκώνει.

Ένα νησί θα περιμένεις,
μετράς τους ήλιους σε μια χώρα,
κορμί μιας νιότης μεθυσμένης,
μη μεγαλώσεις και προχώρα.

Παρασκευή 19 Οκτωβρίου 2012

Το κάθε μου στιχάκι...

Το κάθε μου στιχάκι,
η κάθε μουσική
μυρίζει πεζοδρόμιο,
μυρίζει φυλακή.

Μιλάω με τις λέξεις
μιας γνώριμης γενιάς,
γενιάς για να διαλέξεις
αθώος ή φονιάς.

Σε κοσμικό πηγάδι
σε ολόκληρη τη γη,
ταξίδι όλο το βράδυ
ο νους μου με οδηγεί.

Σε γράμμα θα σου γράψω
δυο λόγια αληθινά,
ζωή θα ξαναγράψω
σε χίλια δειλινά.

Το κάθε μου στιχάκι,
η κάθε μουσική,
του κόσμου καφενείο
με νότα αναρχική.

Μια βόλτα με τις λέξεις
η σκέψη μου κινά
και μένει να διαλέξεις
τι θες αληθινά.

Στου νου μου το πηγάδι
βουτάω για να σωθώ,
ταξίδι όλο το βράδυ
στον άπατο βυθό.

Σε γράμμα θα σου γράψω
δυο λόγια που αγαπώ,
ζωή θα σε αντιγράψω
σε ό,τι και να πω.

Το κάθε μου στιχάκι,
η κάθε μουσική,
των χρόνων μου αλήτες
με άλλη λογική.

Η νύχτα μου λιμάνι
στα θαύματα του νου,
καφές βαρύ χαρμάνι
στο φως του πρωινού.

Πέμπτη 18 Οκτωβρίου 2012

Οργή

Λάμψη στα μάτια, άλλη μια Τρίτη,
βάζοντας τέλος στη λησμονιά,
σε Λισαβόνα και σε Μαδρίτη,
σαν χάρος βγαίνεις για παγανιά.

Με οργή φουντώνεις και ξεχειλίζεις,
εγκυμονώντας καινούργια αρχή,
την εξουσία θα ξεφτιλίζεις,
θα ξαναχτίζεις την εποχή.

Φωτιά στο βλέμμα, φτερά στους ώμους,
σφιγμένο χέρι σε μια γροθιά,
σ' ένα ταξίδι πέρα από νόμους,
μες τον αγώνα μπαίνεις βαθειά.

 Σε νέες μάχες, σε νέο τόνο,
ν' αλλάξεις θέλεις το σκηνικό,
στο Βερολίνο κερδίζεις χρόνο
να ξεδιαλύνεις το μυστικό.

Με οργή φουντώνεις και ξεχειλίζεις,
συννεφιασμένος νεοαστός,
σε νέα βάση ζωή αρχίζεις
και ξεφτιλίζεις το καθεστώς.

Φωτιά στο βλέμμα φτερά στους ώμους,
το αίμα βράζει, σπάει τη σιγή,
θέλεις να αλλάξεις τους σάπιους νόμους,
για νέα Ευρώπη για μια άλλη γη.

Καινούργιες μάχες σε νέο τόνο,
να αλλάξεις θέλεις το σκηνικό,
του Βερολίνου γκρεμάς το θρόνο,
σκορπώντας χάος και πανικό.

Λάμψη στα μάτια, σημαδεμένος
από άγια δίκη και από θυμό,
σε νέα Αθήνα με άγριο μένος
θα ανατείλεις μες το χαμό.

Λάμψη στα μάτια, σημαδεμένος,
σαν μαύρη αλήθεια και σαν λαός,
λαός του κόσμου οικείος και ξένος,
σε Ομόνοια, Ζάππειο και Πειραιώς.

Δευτέρα 1 Οκτωβρίου 2012

Δημιουργώ και καταρρέω

Όλος ο κόσμος σ' ένα δάκρυ
πάνω σε μάγουλο που απλώνει,
φωνή που φτάνει ως την άκρη,
ταξιδεμένο χελιδόνι.

Μέσα στα χέρια μας η πλάση,
με αράχνης κόκκινο υφάδι,
θεός που θέλει να κεράσει
όλη τη γη σ' ένα πετράδι.

Τρέφεται ο νους μ' ένα παιχνίδι,
''δημιουργώ και καταρρέω'',
σε διαμαντένιο δακτυλίδι
κρύβει τον κόσμο τον ωραίο.

Μικρή μου θάλασσα που αφρίζεις,
σ' ένα ζωντάνεμα της σκέψης,
γίνεσαι φως και καθαρίζεις
τους κορεσμούς και τις ορέξεις.

Όλος ο κόσμος σ' ένα βλέμμα,
σε μια κραυγή που δυναμώνει,
το δάκρυ γίνεται σαν αίμα
που ξεχειλίζει και ερημώνει.

Μέσα στα χέρια μας η πλάση,
με αράχνης κόκκινο υφάδι,
θεός που θέλει να κεράσει
ένα ταξίδι για τον Άδη.

Τρέφεται ο νους μ' ένα παιχνίδι
''δημιουργώ και καταρρέω'',
σ' ένα σπασμένο δακτυλίδι
κρύβει τον κόσμο τον μοιραίο.

Μικρή μου θάλασσα που αφρίζεις,
σε άγριο κυμάτισμα της σκέψης,
γίνεται χάρος και θερίζεις
τους κορεσμούς και τις ορέξεις.

Τετάρτη 19 Σεπτεμβρίου 2012

Τίποτα πια δεν σε φοβίζει

Τίποτα πια δεν σε φοβίζει,
όλα στο δρόμο σου τα βρήκες,
πολλές οι ήττες και οι νίκες,
όμως καμμιά τους δεν σ' ορίζει.

Τίποτα πια δεν σε γλυτώνει,
σε άδειο γήπεδο θα παίξεις,
και δεν σε παίρνει να διαλέξεις,
τι σε σκορπά και τι σε σώνει.

Τίποτα πια δεν σε φοβίζει,
είναι η ζωή σου ένα ποτάμι,
μικρός θεός σε μια παλάμη
άλλη μια μέρα σου χαρίζει.

Τίποτα πια δεν σε γλυτώνει
με πράξεις γράφεται το τώρα,
δεν θα ξανάρθουν άλλα δώρα
και ό,τι άλλο σε πορώνει.

Τίποτα πια δεν σε φοβίζει,
βουτάς στον άπατο γκρεμό σου,
ελπίδα για το λυτρωμό σου
μόνο η αγάπη σου χαρίζει.

Τίποτα πια δεν σε γλυτώνει,
για αυτό που έχεις δεν σε νοιάζει,
μα κάτι άλλο σε τρομάζει
όσο το φως θα χαμηλώνει.

Τίποτα πια δεν σε φοβίζει,
δεν έχεις κάτι να αποδείξεις,
μικρές στιγμές σε επαναλήψεις
και η ζωή θα συνεχίζει.

Τίποτα πια δεν σε γλυτώνει
μέσα στις θάλασσες του νου σου,
ξεχνάς το λόγο του κοινού σου
που τη ψυχή σου ξεκλειδώνει.

Δευτέρα 17 Σεπτεμβρίου 2012

Ονειροπόλος

Σ' άρεσε πάντα να πετάς
με τα φτερά της νιότης,
να χάνεσαι στα αρώματα,
στα χρώματα της γης,

στα παραμύθια των παιδιών,
ονειροταξιδιώτης,
ξορκίζοντας στα λόγια σου
τα χρόνια της οργής.

Σ' άρεσε πάντα να πετάς
στην αγκαλιά τ' ανέμου,
σκουπίζοντας στα πρόσωπα
το αίμα των καημών,

να σβήνεις με τα χέρια σου
τις φλόγες του πολέμου,
να αλλάζεις πάντα με χαρές
τις λύπες των στιγμών.

Σ' άρεσε πάντα να μιλάς
μες την καρδιά των αλλών,
να ψάχνεις μες τα οράματα
να βρεις το μυστικό,

βγάζεις αλήθειες των παιδιών
στα μάτια των μεγάλων,
μέσα στους μύθους ψάχνεσαι
να βρεις το γιατρικό.

Σ' άρεσε πάντα να μεθάς
με το κρασί του δρόμου,
σαν οδοιπόρος σύντροφος,
πολίτης των καιρών,

σαν ένας ίσκιος χάνεσαι
στο τέλος του διαδρόμου,
ονειροπόλος έφηβος
ονείρων ιερών.

Τετάρτη 12 Σεπτεμβρίου 2012

Πριν την κραυγή του πανικού σου

Πριν την κραυγή του πανικού σου
δεμένος σε άσχημο μανδύα,
μετράς τις ρίζες του κακού σου
σε μια παράφορη κηδεία.

Πριν το απόκοσμο σημάδι,
μαζεύεις ήλιους για να αντέξεις,
ένα ταξίδι για τον Άδη
και δυο ψυχές για να διαλέξεις.

Πριν το κατάλευκο σεντόνι
σου καταστρέψει τη γαλήνη,
ό,τι θυμάσαι σε εξοντώνει
μα ό,τι ξεχνάς θα σε μολύνει.

Πριν την αλήθεια σου ξεχάσεις
σε ένα ανυπόφορο τοπίο,
θα προσπαθείς να ξεπεράσεις
το πιο στερνό σου προσωπείο.

Πριν την κραυγή του πανικού σου,
σε ξεγελά και σε πουλάει
το άδειο βλέμμα ενός δικού σου
που σε κοιτά και δε μιλάει.

Πριν την κραυγή του πανικού σου
δεμένος σε άσχημο μανδύα,
στην αγκαλιά του ξωτικού σου
θα ζεις μια ακόμα παρωδία.

Τρίτη 11 Σεπτεμβρίου 2012

Γιατί τόσο μίσος;

Γιατί τόσο μίσος;
σαν μιζέρια φωλιάζει,
σαν αυγό του φιδιού που σε τρέφει,

είναι γιατί ίσως
η κακία προστάζει
και ποτίζει εσώψυχα νέφη.

Γιατί τόσο ψέμα;
τη ζωή σου σκεπάζει,
μαγεμένο σου πλέκει χιτώνα,

παγωνιά μες το βλέμμα,
την ψυχή σου ταράζει,
δηλητήριο σε μαύρη σταγόνα.

Γιατί τόσος μίσος;
μυρωδιά της σαπίλας,
σου γεμίζει τα μαύρα ρουθούνια,

είναι γιατί ίσως,
σ' έναν κόσμο ξεφτίλας
σου μαθαίνουν να ζεις τα γουρούνια.

Γιατί τόσο φθόνος;
την ψυχή σου ξεφτίζει,
δεν σ' αφήνει αγάπη να δώσεις,

σε ματώνει ο χρόνος
σ' έναν κύκλο που τρίζει
και συνέχεια ζητάς να προδώσεις.

Γιατί τόσο φθόνος;
το ποτάμι κυλάει,
η ζωή κάθε μέρα τελειώνει,

έχεις μείνει πια μόνος,
η ζωή σου χαλάει
και κανείς τώρα πια δεν σε σώνει.

Πέμπτη 5 Ιουλίου 2012

Για πόσο ακόμα;

Παιχνίδια παίζονται με μίσος κι απονιά,
μαύρες σημαίες παζαρεύουν την οδύνη,
καίνε το θύμα κι αγαπάνε το φονιά,
θάβουν ελπίδες σε μια πένθιμη ειρήνη.

Παιχνίδια παίζονται σε φόντο γαλανό,
μέσα στο ψέμα και τη λάσπη που τους τρέφει,
σερβίρουν κόλαση για απέραντο ουρανό,
κερνούν κρεμάλα για αλλαγή που επιστρέφει.

Παιχνίδια παίζονται σε πλάτες δουλικές,
παιχνίδια φόβου με μια απόπνικτη ζαλάδα,
τον λόγο παίρνει σιδερόφραχτος λακές
και αποτελειώνει πια τη γύψινη Ελλάδα.

Παιχνίδια παίζονται με μίσος κι απονιά,
πίσω από μάσκες που ψελλίζουν υποσχέσεις,
υψώνουν λόγια που τα λεν στη γειτονιά,
φτιάχνουν κανόνες για να σβήνουν εξαιρέσεις.

Παιχνίδια παίζονται σε κόκκινες γραμμές,
ψάχνουν θυσίες των φτωχών κατεστραμμένων,
ψεύτικοι τρόμοι για χιλιάδες πληρωμές
και κούφια λόγια αρχηγών ξεπουλημένων.

Παιχνίδια παίζονται του σκότους μαζικά,
μαύρα παζάρια των λυγμών και των θανάτων,
ζωές που χτίζονται με πένθιμα υλικά
και κοινωνίες πληγωμένων φαντασμάτων.

Παιχνίδια παίζονται, μα αντίδραση καμιά,
αναταράξεις μας φοβίζουν, μας παγώνουν,
για πόσο ακόμα θα μας σπρώχνουν στη γωνιά;
για πόσο ακόμα τη ψυχή μας θα πληγώνουν;

Παιχνίδια παίζονται σε φόντο γαλανό,
για πόσο ακόμα τις ζωές μας θα ταράζουν;
για πόσο ακόμα θα μας κλέβουν ουρανό;
γράφουμε τέλος σ' όλα αυτά που μας τρομάζουν.

Τρίτη 3 Ιουλίου 2012

Σαν λαός και σαν σωτήρας

Στου καφέ το κατακάθι,
βλέπω φυλακές και λάθη,
βλέπω σέρτικα τσιγάρα
και στο βάθος μια κιθάρα.

Στων ονείρων το ταξίδι,
βλέπω αυτά που ξέρω ήδη,
βλέπω αντίγραφα θανάτων,
των φτωχών, των αδυνάτων.

Πάνω στ' άγραφα των μύθων,
πάνω στις γραφές των λίθων,
βλέπω τα παιδιά να κλαίνε,
και μετά όλα μου φταίνε.

Στου καφέ μου το ταξίδι,
βλέπω μέσα μαύρο φίδι,
την ελπίδα να ξερνάει
και στο τέλος να γυρνάει.

Πίσω απ' τις γραμμές των λόγων,
βλέπω καλπασμούς αλόγων
να κυκλώνουν την ειρήνη,
μασκαράδες, θεατρίνοι.

Ήρωες σεσημασμένοι
κάθονται σφιχτά δεμένοι,
ξεπουλήθηκαν ιδέες,
που καιρός τώρα για νέες.

Στου καφέ μου τη συνήθεια
ανατέλλει μαύρη αλήθεια,
άνθρωπε έχεις αλλάξει,
την ζωή σου έχεις ρημάξει.

Στων ονείρων τη διαφάνεια
βλέπω ανθρώπους στην αφάνεια,
βλέπω μάτια δακρυσμένα,
βλέπω νιάτα πικραμένα.

Γραφικοί και βετεράνοι
βαφτιστήκαν σε χαρμάνι,
σε άγιας μέθης μαρτυρίες
ξεχρεώνονται ευκαιρίες.

Στου καφέ τον κατακάθι,
από ρόδο βγαίνει αγκάθι
και ανάβουν τα τσιμέντα
μα για αγάπη ούτε κουβέντα.

Στου καφέ τον μαύρο πάτο,
ψάχνω μικρό φως γεμάτο,
ψάχνω τρόπο να ανασάνω,
την καρδιά μου να ζεστάνω.

Στου καφέ το μαύρο υφάδι,
σ' ονειροκαπνού σημάδι,
μια ελπίδα θα αναστήσω
κι αν δεν βρω θα παραστήσω.

Θα αγκαλιάσω αυτό που θέλω,
θα τ' αλλάξω το μπουρδέλο,
θα του αλλάξω χαρακτήρα
δεν τη δέχομαι τη μοίρα.

Θα αγκαλιάσω αυτό που θέλω,
θα τ' αλλάξω το μπουρδέλο,
σαν λαός και σαν σωτήρας
καθαρός σαν χαρακτήρας.

Παρασκευή 29 Ιουνίου 2012

Ένα παραμύθι αληθινό

Κάρφωσα τη νιότη μου στον τοίχο
δίπλα σε μια φράση αναρχική,
κλείνω τη ζωή μου σ' ένα στίχο
και μένω ως το τέλος μου εκεί.

Πούλησα την τρέλα μου στο δρόμο,
κι αγόρασα μια αφόρητη σκιά,
δεν χωράει η αλήθεια σ' ένα νόμο,
ούτε έχει η αγάπη γιατρειά.

Χρεώνω τη ζωή μου στα τσιμέντα,
στης πόλης τους αφόρητους ρυθμούς,
αιχμάλωτος σε απρόσωπη πατέντα,
να κρύβω τη ζωή μου σε αριθμούς.

Μέθυσα το χρόνο με αντιφάσεις
μιας μαύρης απροσάρμοστης φωνής,
μα πήρα τώρα πια τις αποφάσεις
λίγο πριν το τέλος της σκηνής.

Ύψωσα τα λάθη μου στον ήλιο,
τα ξόρκισα ψηλά στον ουρανό,
πάνω σ' ένα ψεύτικο βασίλειο,
σε ένα παραμύθι αληθινό.

Βαφτίζω την αγάπη στο φεγγάρι,
το χρόνο μηδενίζοντας ξανά,
σε νέο παραμύθι θα με πάρει,
τον κόσμο μου κινεί και κυβερνά.

Μάζεψα ξανά τα όνειρά μου,
τους έδωσα και σάρκα και οστά,
θέλω να αναστήσω τη χαρά μου,
στα χρόνια τα καλά, τα λιγοστά.

Γράφω την αλήθεια μου στον τοίχο,
δίπλα σε μια φράση αναρχική,
κλείνω τη ζωή μου σ' ένα στίχο,
γυρίζοντας σε νιότη μαγική.

Μέθυσα το χρόνο με αντιφάσεις
μιας μαύρης απροσάρμοστης φωνής,
δεν έψαξα ποτέ μου για προφάσεις,
μονάχος πριν το τέλος της σκηνής.

Γράφω την αλήθεια μου στον τοίχο,
δίπλα σε μια φράση αναρχική,
όλη η ζωή μου σ' ένα στίχο
σ' ένα παραμύθι που διαρκεί.

Δευτέρα 25 Ιουνίου 2012

Ορίζεις το ρυθμό

Ορίζεις το ρυθμό,
κανένας δεν σ' ορίζει,
θα γράφεις με θυμό
για ό,τι σε εκνευρίζει.

Ανάβεις μια φωτιά
τον κόσμο να ζεστάνεις,
δεν θέλεις την πρωτιά,
μα ούτε και να χάνεις.

Καρφώνεις τη στιγμή,
το χρόνο σου παγώνεις,
δεν ψάχνεις αφορμή
να φεύγεις, να γλυτώνεις.

Ορίζεις το ρυθμό,
κανείς δεν θα σε ''παίξει'',
βουτάς μες το χαμό
κι εκεί όποιος αντέξει.

Ποντάρεις συνεχώς,
στο μαύρο που σε σώνει,
γεννήθηκες φτωχός,
δεν θα πεθάνεις πιόνι.

Αγγίζεις το συμβάν,
τίποτα δεν σ' αγγίζει,
η αλήθεια είναι το παν,
το ψέμα σε ζαλίζει.

Η τρέλα στη ματιά,
κειμήλιο κι ευκαιρία,
μια ιερή φωτιά
με δέος κι απορία.

Η τρέλα στη ματιά,
κειμήλιο και διαθήκη,
ανοίγεις τα χαρτιά
σε δρόμο που σου ανήκει.

Ορίζεις το ρυθμό,
κανένας δεν σ' ορίζει,
θα γράφεις με θυμό,
για ότι σε εκνευρίζει.

Ορίζεις το ρυθμό
κανείς δεν θα σε λιώσει,
βουτάς μες χαμό,
μα αυτό θα σε γλυτώσει.

Δευτέρα 28 Μαΐου 2012

Πατρίδα ο χρόνος

Το παρελθόν σου είναι λευκό,
ασήμι και διαμάντι,
όνειρο μοιάζει μαγικό
και κόλαση του Δάντη.

Το παρελθόν σου είναι φωτιά,
πειρατικό ιστιοφόρο,
μοιάζει με μαύρη σαιτιά,
σε στοχευμένο χώρο.

Το παρελθόν σου φανερό,
καράβι στολισμένο,
σέρνεται ο χρόνος στο νερό,
με μάτι ζαλισμένο.

Το παρελθόν σου φυλακή,
σε τόπο μεγαλείο,
είναι για μένα προσευχή,
πολύτομο βιβλίο.

Το παρελθόν σου είναι βαρύ,
σαλεύει κι αναπνέει,
μα ο χρόνος πάντα αδιαφορεί,
γι' αυτό πάντα θα ρέει.

Το παρελθόν σου είναι βαρύ,
το φως και η σκοτεινιά του,
πατρίδα ο χρόνος, προχωρεί
στη βαρυχειμωνιά του.

Πέμπτη 24 Μαΐου 2012

Ιστορία μεθυσμένη

Η νύχτα στάζει στο μυαλό μου,
χύνει το μαύρο της μελάνι,
ποτέ δεν θέλει το καλό μου,
ψάχνει γλυκά να με ξεκάνει.

Θερμές γυναίκες μου χαρίζει,
μου παραδίνουν το κορμί τους,
μαζί στο ίδιο μετερίζι,
μα αφιόνι σκέτο η δύναμή τους.

Ο χρόνος γράφει στην ψυχή μου
μια ιστορία μεθυσμένη,
δεν ξεπουλώ την εποχή μου,
είναι από πριν ξεπουλημένη.

Η νύχτα φέρνει μες το νου μου
κάποια μυστήρια ισορροπία,
τη θαλπωρή του πρωινού μου
και μια παλιά νοοτροπία.

Θερμές γυναίκες μου προσφέρει,
για να χαθώ στη μυρωδιά τους,
της αλκοόλης το νυστέρι
μου δίνουν και όχι την καρδιά τους.

Ο χρόνος γράφει στην καρδιά μου
μια ιστορία μεθυσμένη,
δεν ξεπουλώ τη μοναξιά μου,
είναι από πριν ξεπουλημένη.

Η νύχτα χύνεται σαν αίμα,
πάντα η χαρά γίνεται πόνος,
για της ανάγκης μου το τέρμα,
σαν ξημερώνει κι είμαι μόνος.

Θερμές γυναίκες μου αφήνει,
σαν πληρωμή και σαν ταξίδι
σ' ένα εσώψυχο καμίνι,
σαν διαδρομή που ξέρω ήδη.

Ο χρόνος γράφει σαν στιχάκι
μια ιστορία μεθυσμένη,
σαν Πηνελόπη στην Ιθάκη
για μια αγκαλιά που περιμένει.

Ο χρόνος γράφει σαν στιχάκι
μια ιστορία μεθυσμένη,
με κατατρώει σαν σαράκι,
σε μια ζωή ξεπουλημένη.

Πέμπτη 17 Μαΐου 2012

Ζωή

Ζωή που τρέχει στα πεζοδρόμια,
που κολυμπάει στην προσμονή,
είναι όλα ίδια, μα και ανόμοια,
όλα είναι πόνος και ηδονή.

Ζωή που τρέχει μες τις πλατείες,
έρχεται, φεύγει μέσα στο φως,
οικείες και ξένες οι αλητείες,
όλα είναι ίσως κι όλα σαφώς.

Ζωή που τρέχει μέσα στα μάτια,
που σιγοκαίει αίμα ζεστό,
κόβεται η μέρα χίλια κομμάτια,
μα η νύχτα ενώνει σ' ένα ιστό.

Ζωή που τρέχει στις αρτηρίες,
οσμή του δρόμου, του λιμανιού,
ιδρώτας ρέει μες τις πορείες,
ωδή του λύκου και του αρνιού.

Ζωή για σένα, ζωή για μένα,
γι' αυτό που υπάρχει ή έχει χαθεί,
σαν μονομάχοι μες την αρένα,
σε μια πατρίδα πριν πουληθεί.

Ζωή για σένα, ζωή για μένα,
μέσα στο λάθος και στο σωστό,
ανάγκη πόρνη, ψυχή παρθένα,
σε όνειρο μπαίνω να εξαγνιστώ.

Τρίτη 15 Μαΐου 2012

'Οταν γεννιέται ο άνθρωπος

'Οταν γεννιέται ο άνθρωπος,
αλλάζει χρώμα η μέρα,
ο πόνος γίνεται χαρά,
βγάζουν τα όνειρα φτερά
και οδηγούν πιο πέρα.

Όταν γεννιέται ο άνθρωπος,
φυτρώνει ένα λουλούδι,
κι ένας μικρός τραγουδιστής,
ένας μικρός τυμπανιστής
σκαρώνει ένα τραγούδι.

Όταν γεννιέται ο άνθρωπος,
σαν δέντρο που φυτρώνει,
το ντύνει ο ήλιος με φιλιά,
το παίρνει αγέρας αγκαλιά,
μα η πυρκαγιά το ζώνει.

Όταν γεννιέται ο άνθρωπος,
ο έρωτας γεννιέται,
φτιάχνει παιχνίδια ο καιρός,
επαναστάτης σκιερός
μες τη ζωή πετιέται.

Όταν γεννιέται ο άνθρωπος,
μετρούν αλλιώς οι χρόνοι,
έχει άλλο ήχο η σιωπή,
βγάζει άλλο φως η αστραπή
και άλλο λευκό το χιόνι.

Όταν γεννιέται ο άνθρωπος,
ο ουρανός ματώνει,
το αίμα τρέχει σαν βροχή,
και σαν αλλάζει η εποχή,
το δάκρυ ξεφαντώνει.

Όταν γεννιέται ο άνθρωπος,
ο θάνατος πεθαίνει,
χορεύει ο χρόνος σε γιορτή,
μα μια κατάρα δυνατή
στη γη πάντα θα μένει.

Παρασκευή 11 Μαΐου 2012

Το τέρμα του δρόμου

Ως το τέρμα του δρόμου σαν φτάσεις,
θα γυρέψεις σαν ήλιος να δύσεις,
δεν θα βρείς πληρωμένες ειδήσεις,
ούτε βάρκα θα ' βρεις να περάσεις.

Ως το τέρμα του δρόμου σαν φτάσεις,
τους νεκρούς, ζωντανούς θ' αντικρίσεις,
την παλιά σου ζωή θα γνωρίσεις
και θα θέλεις ξανά να γεράσεις.

Ως το τέρμα του δρόμου σαν φτάσεις,
θα ανταμώσεις παιδάκι να κλαίει,
για ένα μέλλον χαμένο θα λέει
και ποιος είσαι μεμιάς θα ξεχάσεις.

Ως το τέρμα του δρόμου σαν φτάσεις,
ένα βλέμμα ψηλά να σηκώσεις,
δεν θα 'βρεις πια θεό να προδώσεις,
ούτε νύχτα ξανά να αποδράσεις.

Ως το τέρμα του δρόμου σαν φτάσεις,
μια ελπίδα στον κόσμο κι αν φέρεις,
δεν θα βρεις μια καρδιά να προσφέρεις,
ούτε γέλιο ξανά να μοιράσεις.

Τρίτη 1 Μαΐου 2012

Ελεύθερος

Ελεύθερος να μείνω προσπαθώ
σε κόσμο που πουλά και τη σιωπή του,
έχω ανάγκη για να θυμηθώ
την άδολη κι ανόθευτη μορφή του.

Πετάω σαν γεράκι στο βουνό,
τα σύνορα του κόσμου να περάσω,
να φτάσω σ' ένα τόπο ταπεινό,
να φτάσω στην αρχή προτού γεράσω.

Το ψέμα αυτού του κόσμου δεν μπορώ
και ψάχνω αποθέματα να αντέξω,
παρέα με ένα λόγο καθαρό,
μια αλήθεια, να σταθώ και να πιστέψω.

Ελεύθερος να μείνω προσπαθώ,
σε κόσμο που κερνά τη μοναξιά του,
ταξίδι ως τον έσχατο βυθό
για να 'βρω την αρχαία μυρωδιά του.

Πάνω από τη θάλασσα πετώ,
πέρα απ' του ορίζοντα το πλάνο,
φορτώνω τη ζωή μου σε αετό
και φτάνω κι απ' τα σύννεφα πιο πάνω.

Την πλάνη αυτού του κόσμου δεν μπορώ,
γυρεύω τώρα δύναμη ν' αντέξω,
θα σύρω της αλήθειας το χορό,
θ' ανοίξω άλλους δρόμους για να τρέξω.

Ελεύθερος να μείνω προσπαθώ,
σε κόσμο που πουλά τα όνειρά του,
είμαι πολύ μικρός για να αρνηθώ
την άδολη και ανόθευτη χαρά του.

Ελεύθερος να μείνω προσπαθώ,
σε κόσμο που αρνιέται την ψυχή του
και αν φύγω κάποια νύχτα και χαθώ,
θα έχω επιστρέψει στην αρχή του.


Δευτέρα 23 Απριλίου 2012

Φρέσκο αίμα

Εγώ απόψε σαν θλιμμένος μετανάστης,
σε αφιλόξενη πατρίδα προδομένος,
εσύ αυτόκλητος του σήμερα δυνάστης,
ένας αγύρτης, κυβερνήτης διορισμένος.

Εγώ απόψε σαν αιχμάλωτος του δρόμου,
θλιμμένο ενέχυρο σε γη που ξεπουλιέται,
εσύ υποκρίνεσαι τον άρχοντα του τρόμου
σε έναν κόσμο που μεθά και ξεγελιέται.

Εγώ απόψε σαν απόκληρος δραπέτης
στημένης μοίρας που ποτέ της δεν αλλάζει,
εσύ απροκάλυπτος του κόμματος επαίτης
με σάπιο αντάλλαγμα δουλείας που τρομάζει.

Εγώ απόψε με έναν κόμπο να με πνίγει,
ένας θυμός τώρα μου κόβει την ανάσα,
ένα  παράπονο το είναι μου, τυλίγει,
εγώ λαός και εσύ της ιστορίας φάρσα.

Εγώ απόψε σε ένα ξέφρενο μεθύσι,
θα πιω του κόσμου το κρασί σε ένα βράδυ,
ψάχνω μια λέξη ζωντανό να με κρατήσει,
μια επανάσταση να διώξει το σκοτάδι.

Εγώ απόψε σε ένα ξέφρενο τραγούδι,
ενώνω τώρα τη φωνή μου με τους άλλους,
με φρέσκο αίμα θα ποτίσω ένα λουλούδι,
με μια θυσία θα ανταμώσω τους μεγάλους.


Κυριακή 8 Απριλίου 2012

Προφήτης χρόνος

Προφήτης χρόνος στη σκιά της εποχής,
χυμένα δάκρυα προς το τέλος της ημέρας,
κρύβεται ο πόνος μες τα βάθη της ψυχής,
μέσα στα σπλάχνα του θυμού και της φοβέρας.

Πλασμένη εικόνα μιας καρδιάς υποκριτή,
μ' ένα παράξενο χαμόγελο που τρίζει,
στημένα λόγια απ' το στόμα ''ποιητή'',
άρρωστο ψέμα που τα δόντια κιτρινίζει.

Ποτά της νύχτας μες τις πόλεις του χαμού,
τρέφουν αγάπη για τα όνειρα του νότου,
τρέχουν τα μάτια μες τα μπαρ του χωρισμού,
μετρούν τις ώρες για το γύρισμα του ασώτου.

Ένοχες σκέψεις μιας απόμακρης γενιάς,
κυλούν για πάντα στο κορμί αυτού του τόπου,
κρύβεται ο ήλιος στη ρωγμή μιας σκοτεινιάς,
θυσία στη νύχτα των ονείρων κάθε ανθρώπου.

Προφήτης χρόνος για το τέλος εποχής,
οι καληνύχτες ξεψυχάνε και σωπαίνουν,
βαραίνει τώρα η σκιά της ενοχής,
όσους γεννιούνται, αγαπιούνται και πεθαίνουν.

Πλασμένη εικόνα μιας καρδιάς υποκριτή,
με χίλια δάκρυα φανερά και κροκοδείλια,
φάλτσα τραγούδια του κακού τραγουδιστή,
για αγάπες κάλπικες, για ψεύτικα ειδύλλια.

Απλώνει η νύχτα τα φτερά της και πετά,
σαν πεταλούδα σκοτεινή, σαν νυχτερίδα,
δεν δίνει λόγο σε κανέναν, δεν ρωτά,
δεν έχει τόπο ν' αγαπά ούτε πατρίδα.

Ένοχες σκέψεις μιας απόμακρης γενιάς,
κυλούν για πάντα στο κορμί αυτού του τόπου,
χρόνος προφήτης, μαχητής της λησμονιάς
σημαιοφόρος των ονείρων κάθε ανθρώπου.


Παρασκευή 30 Μαρτίου 2012

Λούτρινο φεγγάρι


Ένα λούτρινο φεγγάρι μες τη θάλασσα, στο χώμα,
χίλια πέτρινα αστέρια το παρόν λιθοβολάνε,
ένας τοίχος σε μια πόλη που θ' αλλάζει πάντα χρώμα
σ' ένα διάφανο πλανήτη που οι πάντες δεν γελάνε.

Συννεφάκι μολυβένιο, μια ριπή από αστέρια,
τα μυστήρια των ονείρων ξεκλειδώνουνε το μέλλον,
οι αχτίδες απ' τον ήλιο οδηγούν τα μεσημέρια,
φυλακή και ελευθερία μες τα λόγια των αγγέλων.

Καραβόσκοινα δεμένη τη ζωή μας θα κρατάνε,
στον πλανήτη των ανέμων, κοσμικών καυσαερίων,
σε ένα νέο γαλαξία την αλήθεια θα πετάνε
και μια ελπίδα για να κόβει την ανάσα των θηρίων.

Τα τραγούδια που μ' αρέσουν έχουν πάντα μαύρο στίχο,
του καφέ και του τσιγάρου η σιωπή με ξεκουφαίνει,
τόσα φώτα, τόσα λάθη μας ξεθώριασαν τον ήχο
σε μια χώρα που βουλιάζει μα ποτέ της δεν πεθαίνει.

Οι σκιές που τρεμοπαίζουν σαν εικόνες των ονείρων,
ξεψυχούν όταν ο ήλιος έχει αρχίσει να προβάλλει,
ξεπουλιούνται σαν τα λόγια των απόκληρων μαρτύρων,
μα επιστρέφουν στους χειμώνες σε μια πρόχειρη κραιπάλη.

Ένα λούτρινο φεγγάρι μες τη θάλασσα, στο χώμα,
σε μια ψεύτικη ιστορία παραδίνεται στο χρόνο,
αγκαλιάζοντας το σύμπαν, τη ζωή, μα πόσο ακόμα?,
θα μου κρύβει την αλήθεια σε μια κάψουλα οξυγόνο?

Ένα λούτρινο φεγγάρι μες τη θάλασσα, στο χώμα,
ένα φως που δεν θα σβήσει στον αέρα αιωρείται,
μια μικρή πυγολαμπίδα με ένα λέιζερ στο σώμα,
τον διακόπτη του μυαλού μου να πατήστε δεν μπορείτε.

Κυριακή 18 Μαρτίου 2012

Ταξίδι με κιθάρα

Κάνε την κιθάρα σου βαρκάκι,
αγέρας η φωνή σου που φυσά,
ελεύθερο ανεμίζει τραγουδάκι
με λόγια διαμαντένια και χρυσά.

Κάνε την κιθάρα σου βαπόρι,
ξεκίνα για να φτάσεις στα βαθειά,
τραγούδα τη ζωή σου σε μια πλώρη,
οι γλάροι θα σου κάνουν συντροφιά.

Κάνε την κιθάρα σου πιρόγα
και φύγε για ταξίδια αληθινά,
τραγούδα της αγάπης σου τη φλόγα
και να μη σταματήσεις πουθενά.

Κάνε την κιθάρα σου σχεδία
και θα ΄χεις σύμμαχό σου τον καιρό,
τα αστέρια τ' ουρανού για χορωδία
σε ατέλειωτο τραγούδι, τρυφερό.

Κάνε την κιθάρα σου κατάρτι,
τη νιότη σου σημαία ελληνική,
τα όνειρα που έχεις κάνε χάρτη,
και φτάσε σε μια χώρα μαγική.

Παρασκευή 24 Φεβρουαρίου 2012

Άφιλτρες στιγμές

Σε ανήλιαγες κρυψώνες,
με σθένος πειρατή,
θα ζήσω στους χειμώνες
τη μέσα μου γιορτή.

Δραπέτης ταξιδιώτης
στου χρόνου τις σπηλιές,
απόμαχος μιας νιότης,
σε χίλιες αγκαλιές.

Στη μέσα μου αρένα,
παλεύω τους καημούς,
οράματα δεμένα
με τρέλες και θυμούς.

Του δρόμου ισοβίτης
με όνειρα ανοιχτά,
στη γη μου ερημίτης,
με μάτια σφαλιστά.

Σε χώμα των προγόνων,
θα μείνω ιθαγενής,
στη γη των επιγόνων
ο μόνος συγγενής.

Σε απόρθητες κρυψώνες,
με κόκκινο κρασί,
γλεντάω τους χειμώνες
που έμειναν μισοί.

Του νου μου νικοτίνες,
σε άφιλτρες στιγμές,
κλειδώνουν τις ρουτίνες,
στο αιώνιο εκρεμές.

Τα χρόνια που μου μένουν
θα ζω σαν αετός,
οι νύχτες δεν πεθαίνουν
όσο είμαι δυνατός.

Σε απόμακρες κρυψώνες
ο χρόνος με απειλεί,
θα ζήσω τους χειμώνες
σαν γέρικο σκυλί.

αλήτης βετεράνος,
ονείρων εραστής,
θλιμμένος κορμοράνος
νησιώτικης ακτής.

Τα χρόνια που μου μένουν,
τις νύχτες θα μεθώ,
τα όνειρα πεθαίνουν,
μα εγώ δεν τα πενθώ.

Τα χρόνια που μου μένουν
ποτέ μου δεν πενθώ,
χειμώνες που πεθαίνουν
κι εγώ ακολουθώ.

Τρίτη 21 Φεβρουαρίου 2012

Έλα μαζί μας

Πάνω στο χώμα του καιρού μου θα φυτρώνω,
θα ξεπερνάω το βοριά και το αγιάζι,
τους βασιλιάδες θα γκρεμίζω απ' το θρόνο
και όσα κι αν χάσω στη ζωή μου, δεν με νοιάζει.

Μέσα στην έρημο κι αν βρίσκομαι μονάχος,
θα ξαποσταίνω στου μυαλού μου τις οάσεις,
θα αντιστέκομαι στον άνεμο σαν βράχος
έλα μαζί μου, μην αργείς, θα με προφτάσεις.

Πάνω σε κόκκινες γραμμές θα ταξιδεύω,
μέσα στο στόμα λιονταριού θα μπαινοβγαίνω ,
έχω περίσσευμα ψυχής για να ξοδεύω,
πάντα θα βρίσκω το κουράγιο να πεθαίνω.

Πάνω στις θάλασσες της χώρας μου θ' αφρίζω,
θα ξεπερνάω το σκοτάδι και το κύμα,
πάντα θα φεύγω μα και πίσω θα γυρίζω,
ποτέ δεν θα 'μαι ο φονιάς, μα ούτε θύμα.

Μέσα στην έρημο κι αν βρίσκομαι θαμμένος,
θα ΄μαι για πάντα ζωντανός μες τις οάσεις,
μαζί δεν θα 'μαι ζωντανός και νικημένος,
δεν ξεπουλιέμαι σε πανάθλιες παραστάσεις.

Πάνω στο χώμα του καιρού μου θα φυτρώνω,
θα γίνω ένα με ολόκληρη τη γη μας,
τους βολεμένους θα γκρεμίζω απ' το θρόνο,
δεν είμαι εγώ, είμαστε εμείς, έλα μαζί μας.

Τρίτη 14 Φεβρουαρίου 2012

Μες τα κατάβαθα της σκέψης

Με το παρόν σου συμβιώνεις,
με παλιές μνήμες κατά νου,
όπου σε σπέρνουν δεν φυτρώνεις
μες τα παιχνίδια του κοινού.

Δεν σε ενδιαφέρει να αποδείξεις,
αυτά που θέλεις κι αγαπάς,
πολλές κουβέντες δεν θ' ανοίξεις
και ξέρεις πότε να σιωπάς.

Μες τα κατάβαθα της σκέψης
κρατάς κρυμμένο υλικό,
δεν περιγράφεται με λέξεις,
δεν μοιάζει μ' άλλο μυστικό.

Μόνιμο γέλιο μες τα χείλη
βάζει φραγή στη μοναξιά,
σε κυνηγούν εχθροί και φίλοι,
μα είσαι μαζί με τα παιδιά.

Ποτέ κακία δεν θα νοιώσεις,
χάρη ποτέ δεν θ' αρνηθείς
ό,τι κι αν έχεις θα το δώσεις,
ακόμα κι αν θα προδωθείς.

Με το παρόν σου συμβιώνεις,
με όσα αγαπούσες δυνατά,
ζωή ανόθευτη βιώνεις,
κόντρα σε μέτωπα ανοιχτά.

Μες τα κατάβαθα της σκέψης
κρατάς κρυμμένο υλικό,
ξέρεις τί πρέπει να διαλέξεις
για ένα ταξίδι μαγικό.

Μες τα κατάβαθα της σκέψης
κρατάς αμόλυντο το φως,
ξέρεις τί πρέπει να επιλέξεις
για ένα ταξίδι προσεχώς.

Κυριακή 12 Φεβρουαρίου 2012

Θα σε αναστήσω

Τα καρδιοχτύπια σου υψώνω για σημαία
εγώ αλήτης, της ζωής μου ναυαγός,
εσύ κρυμμένη θεατής στην προκυμαία,
εγώ ρεμάλι, καταρρέων αρχηγός.

Κρύβω τα δάκρυα σου στου νου μου το βαγόνι,
για να δροσίζουν της ψυχής μου τα στενά,
θα σε θυμάμαι όταν κάτι με πληγώνει,
όταν η νύχτα δεν με βγάζει πουθενά.

Μέσα στ' αυτιά μου ανεμίζουν οι φωνές σου,
σαν είμαι μόνος και φοβάμαι τη σιωπή,
πάντα θυμάμαι τις αιώνιες εμμονές σου,
δεν θα ξεχάσω όλα αυτά που μου 'χες 'πει.

Στα στενοσόκακα της θλίψης μου γυρίζω,
πάνω στα όρια πληγωμένου πανικού
και όταν φτάνω πια την τύχη μου να βρίζω
θα σ΄ αντικρύζω σε λιμάνι του Ινδικού.

Κι όταν η τρέλα στην ψυχή μου αρμενίζει,
όταν η νύχτα με κερνάει μοναξιά,
σ' ονείρου εικόνα η μορφή σου θα γυρίζει,
σε ενός τσιγάρου τη γεμάτη ρουφηξιά.

Τα καρδιοχτύπια σου κατάλευκη σελίδα
πάνω της γράφω όλα αυτά που σου ΄χω πει,
και πριν τελειώσω της ζωής μου την παρτίδα
θα σε αναστήσω σ' ένα σύννεφο σιωπή.

Σάββατο 11 Φεβρουαρίου 2012

Παραγωγή ονείρων

Παραγωγή ονείρων σε φόντο μοναξιάς,
φεγγάρια μαγεμένα σε χρυσώνουν,
υψώνεις την αγάπη στο μέρος της καρδιάς
σκοτώνοντας τα φίδια που σε ζώνουν.

Απόδραση απ' το χρόνο που πάντα σε γερνά,
τα αστέρια μηδενίζουν αποστάσεις,
ο έρωτας προσμένει στης νύχτας τα στενά,
αρκεί λίγο να τρέξεις να προφτάσεις.

Ξημέρωμα Σαββάτου σε άδειο πρωινό
που η μέρα σε καλεί για να γεμίσεις,
στα μάτια σου ανατέλλει ταξίδι γιορτινό,
μονάχα να γουστάρεις να το ζήσεις.

Παραγωγή ονείρων στα χρόνια της φωτιάς,
της άνοιξης ξυπνάς τις αυταπάτες
και τρέφεσαι με αγάπες ακόμα μιας νυχτιάς
και δίνεσαι σε όμορφες απάτες.

Απόδραση απ' τα χρόνια που πάντα σε σκορπούν,
τα αστέρια πάντα φέγγουν στην ψυχή σου,
τα μάτια σου ν' ανοίξεις να δεις ποιοι σ' αγαπούν,
να δεις ποιοι σε πουλούν και ποιοι μαζί σου.

Παραγωγή ονείρων σε άδεια πρωινά,
πριν φύγεις μια για πάντα απ' τα φώτα,
πριν πάψουν οι κιθάρες να παίζουν γιορτινά
και τίποτα δεν μείνει όπως πρώτα.


Πέμπτη 9 Φεβρουαρίου 2012

Ονείρου θιασώτης

Ονείρου καβαλάρης
μια νύχτα των διωγμών,
δραπέτης απ' την άγονη πλευρά σου,

του χρόνου μακελάρης
αυτόματων ρυθμών,
ρυθμών που δυναστεύουν τη χαρά σου.

Διδάσκαλος του κόσμου
σε αρχαία αγορά,
ο λόγος σου, τροφή των μαθητών σου,

την προσευχή σου δώσμου,
σ' αιώνια προσφορά,
με αντάλλαγμα τη γη των ποιητών σου.

Απόκληρος της μοίρας
σε απόμακρο νησί,
με ρούμι κυνηγάς το παρελθόν σου,

απόμαχος σωτήρας,
ζωής που σε μισεί,
προστάτης των βλαστών και των ανθών σου.

Ονείρου θιασώτης,
καημών τυμπανιστής,
μια νύχτα που το σύμπαν παρασέρνει,

των ταξιδιών σου πότης,
θλιμμένος εραστής
μια νύχτα των εικόνων που σου φέρνει.

Παράξενος προφήτης,
στα χρόνια της φωτιάς
που σμίγουν οι αγάπες με τα μίση,

ποιμένας, ερημίτης
σε αυγή μιας ξενητειάς,
ξεπούλησες τη γη σου σε μια κρίση.

Ονείρου καβαλάρης
σε δρόμους της καρδιάς,
μα τώρα της ζωής σημαδεμένος,

μοναχικός λυράρης
τις νύχτες ασφυκτιάς,
του κόσμου σου οδηγός, μα τώρα ξένος.

Δευτέρα 6 Φεβρουαρίου 2012

Πάνω στο βήμα του τρελού

Πάνω στο βήμα του τρελού
σέρνονται οι νύχτες όλες,
τρέχουν οι ώρες βιαστικές,
τα Σάββατα κι οι Κυριακές
του ονείρου καραμπόλες.

Πάνω στο βήμα του τρελού
στοιχειώνονται οι μέρες,
στο περιβόλι του χαμού,
φυτρώνουν ώρες λυτρωμού
και ανθίζουν οι Δευτέρες.

Πάνω στο βήμα του τρελού
σκορπίζεται η γαλήνη,
και κάθε Τρίτη πανικού,
μαύρη σημαία του κακού
σε απόκρυμνη σελήνη.

Πάνω στο βήμα του τρελού
τέταρτη μέρα βρέχει,
και από τα τζάμια σινεμά,
παραμυθένια χαλιμά,
σκόρπια ζωή, μα αντέχει.

Πάνω στο βήμα του τρελού
ορίζεις κάθε σκέψη,
την πέμπτη νύχτα ξαγρυπνάς,
μέσα στο σύμπαν σου γυρνάς
και ορίζεις κάθε λέξη.

Πάνω στο βήμα του τρελού
σε κυνηγάει ο χρόνος
και μια στερνή Παρασκευή
σε άλλη μια σόλο διασκευή
θα ταξιδεύεις μόνος.

Τρίτη 31 Ιανουαρίου 2012

Γερασμένο όνειρο

Κάτω απ' τον ίσκιο των στιγμών,
πάνω στο κρύο χώμα,
χιλιάδες ώρες τρέχουνε
σε ατέλειωτο παζάρι,

τα στοιβαγμένα όνειρα
που κρύβονται στο στρώμα,
ζαλίζουνε το θάνατο
πριν έρθει να με πάρει.

Μέσα στη φλέβα του κορμιού
κυλά το μαύρο αίμα,
χωρίς το χρώμα της γιορτής,
του δέρματος τη λάμψη,

και σμίγει το παράπονο
στο μεθυσμένο βλέμμα,
με μια οσμή καλοκαιριού
που μέσα μου έχει γράψει.

Πάνω στη στάχτη του καιρού
χαράζονται οι χειμώνες,
παγώσαν τα χαμόγελα
και σπάσαν σε κομμάτια,

παλιώσαν τα παράπονα
και οι προσευχές μας μόνες
αγγίζουνε τα πρόσωπα,
δακρύζουνε τα μάτια.

Κάτω απ' τον ίσκιο των στιγμών,
στη γη των παραλόγων,
παλιά και φρέσκα όνειρα
στολίζουν τη ρουτίνα,

στη γη των μύθων τρέχουνε
με καλπασμό αλόγων
και δίνουν τα χαράματα
ζωή στα χρόνια εκείνα.

Ζωή που καις τα όνειρα
του ύπνου και της μέρας
και ξεπουλάς τις νύχτες σου
σε ατέλειωτο παζάρι,

το χρόνο λίγο πάγωσε
στο φως μιας καλημέρας
ξεγέλασε το θάνατο,
πριν έρθει να με πάρει.

Ζωή που καις τα όνειρα,
του νου και της ελπίδας
και ξεπουλάς τη νιότη σου
σε ξεφτισμένο πλάνο,

το χρόνο ξαναγύρισε
στη γη παλιάς πατρίδας,
σε γερασμένο όνειρο
δεν θέλω να πεθάνω.


Παρασκευή 6 Ιανουαρίου 2012

Τίμια γενιά μου, αληθινή

Τίμια γενιά μου αληθινή,
πάνω στο χάρτη σου ριζώνω,
όνειρα χίλια σου χρεώνω
και σε κρατάω ζωντανή.

Είσαι μια θάλασσα πλατιά,
μια συννεφούλα που με σώζει,
τα όνειρα του καραγκιόζη
με μια παράξενη ματιά.

Με ένα παλιό ακορντεόν,
και με του Παύλου την κιθάρα,
με τα σκληρά, βαριά τσιγάρα,
βασίλισσα των γενεών.

Είσαι μια σταρ του σινεμά
σ' ένα τρενάκι φωτισμένο,
όσο θα ζω θα σε μαθαίνω,
παραμυθένια χαλιμά.

Τίμια γενιά μου αληθινή,
αναπολώ τα περιθώρια,
χωρίς το φόβο, δίχως όρια,
σαν ακροβάτης σε σκοινί.

Είσαι μια θάλασσα μικρή,
μια πεταλούδα που ξεφεύγει,
σαν τη ζωή που πάντα φεύγει,
πέφτει στα πόδια μου νεκρή.

Τίμια γενιά μου αληθινή,
τώρα με κόβεις σαν νυστέρι,
με ένα αφρικάνικο μαχαίρι
το μαύρο αίμα θα φανεί.

Τίμια γενιά μου αληθινή,
σε κουβαλώ για να με σώσεις,
μα εσύ ξανά θα με προδώσεις,
στερνή μου αυλαία, σκοτεινή.

Αναγνώστες

Αρχειοθήκη ιστολογίου